Η μάχη της ενεργειακής αποδοτικότητας στην Ευρώπη προς το 2030

Τους τελευταίους μήνες μετά την ανακοίνωση του φιλόδοξου στόχου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για κλιματική ουδετερότητα και του πακέτου Fit-for-55, έχει ξεσπάσει ένας έντονος διάλογος - μάλλον τρίλογος - μεταξύ των χωρών που θέλουν να εγκλωβιστούν περισσότερα στα ορυκτά καύσιμα και το ορυκτό αέριο (στο οποίο μπλοκ ανήκει και η Ελλάδα όπου θα δυσχεράνουν και την συνολική επίτευξη των Ευρωπαϊκών στόχων), σε χώρες που θέλουν να συνεχίσουν και να αναπτύξουν πυρηνική ενέργεια, και σε αυτές που εμμένουν στους στόχους της πράσινης μετάβασης και του Green Deal με απομάκρυνση από τα ορυκτά καύσιμα, επίτευξη μεγαλύτερης εξοικονόμησης ενέργειας και σταδιακή - αλλά γρήγορη - αντικατάσταση από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

Στα πλαίσια του πακέτου μέτρων, η ενεργειακή απόδοση θα παίξει καθοριστικό ρόλο, και δεν είναι τυχαίο ότι οι χώρες του πρώτου μπλοκ (των ορυκτών καυσίμων) είναι γενικά αυτές που έχουν μείνει ιστορικά πίσω στην εξοικονόμηση ενέργειας. Η νέα Ευρωπαϊκή Οδηγία για την ενεργειακή απόδοση που συζητιέται θέτει πολύ ξεκάθαρους στόχους και επιδιώκει πια άμεσα και την απομάκρυνση των ορυκτών καυσίμων στα κτίρια. Παρά τις αντιθέσεις στο πολιτικό επίπεδο, πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έθεσε τον πήχη ακόμα πιο ψηλά στη διαβούλευση προχωρώντας σε στόχο 45% ενεργειακής αποδοτικότητας έως το 2030 με δεσμευτικούς στόχους για τα Κράτη Μέλη (σε σχέση με το 32.5% που είχε θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή). Αν σκεφτούμε ότι μετά την καταδίκη της Ελλάδας για μη εφαρμογή της προηγούμενης Οδηγίας Ενεργειακής Απόδοσης (2018), όπου συνεπάγεται ότι τώρα πρέπει να τρέξουν υπερπολλαπλάσια προγράμματα εξοικονόμησης, θα προστεθεί και μια νέα με υψηλότερους στόχους ακόμα, καταλαβαίνουμε τι απόσταση πρέπει να διανύσουμε και τι σημαίνει αυτό για τις εθνικές προτεραιότητες. Στις προτάσεις για τη νέα Οδηγία Ενεργειακής Απόδοσης από την πλευρά του Κοινοβουλίου αναφέρονται τα ακόλουθα βήματα και επιμέρους στόχοι.

Αρχή Ενεργειακής Απόδοσης Πρώτα 

Η ενεργειακή απόδοση πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο των πολιτικών, εκτιμώντας σε δίκαιη βάση ποιες επενδύσεις στην προσφορά ή ζήτηση ενέργειας είναι οι πλέον αποδοτικές από πλευράς συνολικού κοινωνικού και οικονομικού κόστους. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θεσμοθετήσει σαν ακρογωνιαίο λίθο των Εθνικών Σχεδίων για την Ενέργεια και το Κλίμα την αρχή της «Ενεργειακής Απόδοσης Πρώτα». Ο επίσημος ορισμός της Ενεργειακής Απόδοσης Πρώτα αναφέρει ότι θα πρέπει να επιλέγουμε την πιο οικονομικά αποδοτική λύση όσον αφορά ή την ζήτηση ή την προσφορά ενέργειας πριν προβούμε σε οποιαδήποτε ενεργειακή επένδυση. Πιο απλά, οι επενδύσεις στη ζήτηση της ενέργειας (που οδηγούν σε ενεργειακή εξοικονόμηση πχ οι αναβαθμίσεις κτιρίων) θα πρέπει να έχουν προτεραιότητα έναντι των κλασικών επενδύσεων ενεργειακής προσφοράς (π.χ. νέα δίκτυα, παραγωγή κλπ) εφόσον οι πρώτες είναι πιο οικονομικά αποδοτικές λαμβάνοντας υπόψιν το κοινωνικό όφελος (δηλαδή και τα πολλαπλά οφέλη της ενεργειακής εξοικονόμησης από την πλευρά του ενεργειακού χρήστη) (περισσότερες πληροφορίες στο έργο www.enefirst.eu). Στην νέα οδηγία απαιτείται πια η εφαρμογή της αρχής αυτής σε εθνικό και σε τοπικό επίπεδο αποφάσεων (ενεργειακών επενδύσεων, υποδομών, κτιρίων, δημοσίων έργων κλπ). Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι ως ώρας δεν υπάρχει τέτοιο πλαίσιο εφαρμογής στην Ελλάδα και τα Επιχειρησιακά Προγράμματα (όπως τα ΠΕΠ) δεν είχαν καμία τέτοια αναφορά στην Αρχή αυτή λήψης αποφάσεων.  

Ετήσιος στόχος τελικής κατανάλωσης

Κάθε Κράτος Μέλος θα πρέπει να επιτυγχάνει μείωση κατά 0.8% της ετήσιας τελικής κατανάλωσης ενέργειας εως το 2023 και μετά 1.5% ετησίως εφεξής έως το 2030 (ενώ το Κοινοβούλιο προτείνει 2%). Το άρθρο αυτό ειναι συνέχεια του προηγούμενου Άρθρου 7 της προηγούμενης Οδηγίας πάνω στο οποίο βασίστηκε και το Εξοικονομώ Αυτονομώ καθώς και τα Καθεστώτα Επιβολής Ενεργειακής Απόδοσης στους παρόχους ενέργειας στην Ελλάδα. Ο στόχος είναι υψηλότερος πια και αφήνει μεγάλο περιθώριο επιλογής μέτρων επιλογής για την επίτευξή του, αρκεί αυτά να δημιουργούν νέες εξοικονομήσεις ετησίως. 

Ενεργειακή Ένδεια (και μεταφορων)

Στα πλαίσια του ετήσιου στόχου τελικής κατανάλωσης, τα κράτη μέλη πρέπει να πετυχαίνουν ενεργειακές αναβαθμίσεις και εξοικονόμηση ενέργειας σε ενεργειακά φτωχά νοικοκυριά εφεξής και να συνάδουν οι δράσεις αυτές με τα αντιστοιχα εθνικά σχέδια αντιμετώπισης της ενεργειακής ένδειας. Αντίστοιχα με τα κτίρια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αιτήθηκε και ίδια μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας στις μεταφορές που γίνεται ολοένα και πιο σοβαρό θέμα στην Ευρώπη.

Καυστήρες ορυκτών καυσίμων και ορυκτού αερίου

Στα πλαίσια του εθνικού στόχου τελικής κατανάλωσης, μέτρα τα οποία αφορούν αναβαθμίσεις ή εγκαταστάσεις νέων καυστήρων ορυκτών καυσίμων δε θα μπορούν να αποφέρουν υπολογίσιμες, ως προν τον στόχο, ενεργειακές εξοικονομήσεις. Αυτό ουσιαστικά δε θα επιτρέπει στα προγράμματα εξοικονόμησης ενεργειας να προσμετρούν ενεργειακές εξοικονομήσεις στις αλλαγές καυστήρων από ένα ορυκτό καύσιμο σε άλλο (παρά μόνο σε καύσιμα μηδενικού αποτυπώματος ή αντλίες θερμότητας κοκ), ακολουθώντας έτσι και τις Μακροχρόνιες Εθνικές Στρατηγικές ανακαίνισης κτιρίων.

Αποτιμήσεις μέτρων πολιτικής

Τα μέτρα πολιτικής που εφαρμόζονται θα πρέπει να αποτιμούνται από τα Κράτη Μέλη ανά τακτές περιόδους ώστε να αποδυκνείεται ότι η βελτίωση ενεργειακής απόδοσης επετεύχθη, αλλά και ότι έγινε βέλτιστη δαπάνη δημοσίων πόρων. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι θα πρέπει να μπαίνουν κριτήρια κόστους οφέλους στη διαχείρηση πόρων και αδικαιολόγητα ακριβά προγράμματα θα τυγχάνουν μη προσμέτρησης εξοικονομήσεων ενέργειας απέναντι στον εθνικό στόχο. Οι αποτιμήσεις θα πρέπει να γίνουν από εξωτερικό φορέα για θέματα διαφάνειας. 

Δημόσια Κτίρια

Τα Δημόσια κτίρια θα πρέπει να μπαίνουν σε λογική ενεργειακής αναβάθμισης και αυτά δεν αφορούν πια μόνο τα κτίρια του στενού Δημοσίου Τομέα (όπως πχ έχει βάλει στόχους το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα). Θα πρέπει να γίνονται επεμβάσεις σε όλα τα κτίρια Δημοσίου τομέα και βαθμών αυτοδιοίκησης, καθώς και σε αυτά που παρέχουν κοινωνικές υποδομές (π.χ. σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, κοινωνικές κατοικίες) καθώς και σε αυτά που μισθώνει ο δημόσιος τομέας σε τρίτους. Στα πλαίσια αυτά, θα πρέπει να επιτυγχάνονται αναβαθμίσεις με Συμβάσεις Ενεργειακής ΑΠόδοσης για μεγάλα κτίρια (άνω των 500μ2 από 1000 μ2 που πρότεινε η Επιτροπή), εκτός και αν δεν ειναι οικονομικά αποδοτικός τρόπος, όπου εκεί ο αντίστοιχος Δημόσιος φορέας θα πρέπει να αποδεικνύει γιατί δεν ήταν και γιατί προτάθηκε εναλλακτική λύση.

Τηλεθέρμανση

Με βάση την απαίτηση του Κοινοβουλίου, η τηλεθέρμανση θα θεωρείται αποδοτική όταν μειώνει τη χρήση ορυκτών καυσίμων από 75% έως το 2025 σε 25% από το 2030 και χωρίς καθόλου ορυκτά καύσιμα από το 2035. Αυτό ουσιαστικά είναι μια μεγάλη απαίτηση δεδομένου ότι οι περισσότερες τηλεθερμάνσεις βασίζονται σε ορυκτά καύσιμα. 

Υποχρεωτικά σχέδια καθαρής θέρμανσης και ψύξης

Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να συντάσουν σχέδια καθαρής θέρμανσης και ψύξης όπου δεν θα περιέχουν ορυκτά καύσιμα για να συνεισφέρουν στην κλιματική ουδετερότητα. Επιπλέον τα κράτη μέλη θα πρέπει να υποχρεώσουν τις Περιφέρειες και τους Δήμους (με πληθυσμό > 50,000) να ετοιμάζουν περιφερειακά ή τοπικά σχέδια καθαρής θέρμανσης και ψύξης, τα οποία θα έχουν αναλυτικά μέτρα υλοποίησης και θα α) βοηθούν με οικονομικά κίνητρα τους πολίτες να παράγουν θέρμανση και ψύξη χωρίς ορυκτά καύσιμα, β) θα περιλαμβάνουν συγκεκριμένες δράσεις για εξάλειψη ορυκτών καυσίμων στα ενεργειακά φτωχά νοικοκυριά. 

Ενεργειακοί έλεγχοι

Οι επιχειρήσεις με δυναμικότητα από 70 (πρόταση Κοινοβουλίου) TJ και πάνω θα είναι υποχρεωμένες να έχουν ένα πιστοποιημένο σύστημα ενεργειακής διαχείρησης. Οι κλάδοι των επιχειρήσεων που θα υπόκεινται σε ενεργειακούς ελέγχους θα επεκταθούν και θα είναι υποχρετωτικό επίσης και για δημοτικούς οργανισμούς διαχείρησης υδάτων, βιολογικούς καθαρισμούς και άλλες υπηρεσίες κοινής ωφέλειας. 

Με βάση λοιπόν τα παραπάνω, η ενεργειακή αποδοτικότητα θα γίνει επιτέλους ουσιαστικός πυλώνας στην Ευρωπαϊκή πολιτική και τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να διαμορφώσουν το θεσμικό τους πλαίσιο έτσι ώστε να μην θεωρούν ότι η επέκταση αγωγών και δικτύων είναι μονόδρομος. Κάθε άλλο μάλιστα, πρωτεύουσα σημασία θα έχει η βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Οι ιδεοληψίες ότι με φαραωνικά έργα αγωγών (και εν μέρει και ΑΠΕ, χωρίς να ενισχύονται πρώτα αυτά με τη μικρότερη περιβαλλοντική όχληση, όπως πχ τα ΦΒ στη στέγη), χωρίς να μπορούμε να διασφαλίσουμε την αποδοτικότητα στα σπίτια, θα θεωρούνται εκτός οικονομικής πραγματικότητας στη νέα περίοδο ως το 2030.

- Βλάσης Οικονόμου – Institute for European Energy and Climate Policy