Η κλιματική αλλαγή διαφοροποιεί το σκηνικό.
Ένας στους τρεις που άσκησαν το εκλογικό τους δικαίωμα την περασμένη Κυριακή στις εκλογές που διεξήχθησαν στη Σαξονία και το Βραδεμβούργο έδειξαν την προτίμησή τους στους Πράσινους. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο, αφού όλες οι δημοσκοπήσεις έδειχναν πως το κόμμα πρόκειται να έχει μια καλή πορεία, όπως και έγινε.
Τα θέματα της ατζέντας των Πρασίνων, όπως η προστασία του περιβάλλοντος, το κατεπείγον της κλιματικής αλλαγής και της καθαρής ενέργειας είναι σήμερα κυρίαρχα. Αν και για πολλά χρόνια όσοι ασχολούνταν με την οικολογία θεωρούνταν γραφικοί τύποι, στις μέρες μας η πράσινη ιδεολογία αντιπροσωπεύει το πνεύμα της εποχής.
Η μετατόπιση των ψηφοφόρων στα πράσινα κόμματα δεν σημαίνει απαραίτητα τον «θάνατο» των παραδοσιακών πολιτικών σχηματισμών. Αντίθετα, οι περισσότεροι αναλυτές είναι βέβαιοι πως βρισκόμαστε ενώπιον μετασχηματισμών, οι οποίοι θα πάρουν καιρό για να διαμορφωθούν πλήρως. Την ίδια στιγμή η στροφή προς τα πράσινα κόμματα είναι εύκολο να εξηγηθεί. Το τελευταίο διάστημα πήραμε όλοι κάποια δείγματα για το πώς θα είναι ο πλανήτης μας σε λίγα χρόνια, αν δεν παρθούν ριζικές λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Από τις καταστροφικές ξηρασίες μέχρι τις παρατεταμένες πλημμύρες και τις ψηλές θερμοκρασίες που σπάζουν το ένα ρεκόρ μετά το άλλο όλα δείχνουν πως βρισκόμαστε σε ένα σημείο καμπής. Η κλιματική κρίση είναι μια διαρκής απειλή για το πολιτικό και το οικονομικό μας σύστημα, ανέφερε στον «Φιλελεύθερο» ο δρ Φίλιπ Κάτνεϊ, Λέκτορας Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο Keele, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τις δυσκολίες και τις χρονοβόρες διαδικασίες που ακολουθούμε για τη λήψη αποτελεσματικών μέτρων.
Η οικολογία μετατρέπεται σταδιακά στο νέο πεδίο αντιπαράθεσης. Σε ορισμένες χώρες μάλιστα βλέπουμε πως το δίπολο δεξιά εναντίον αριστεράς έχει αρχίσει να ξεθωριάζει και μια νέα αντιπαλότητα να ανατέλλει, η αντιπαράθεση ανάμεσα σε αυτούς που έχουν ισχυρή περιβαλλοντική συνείδηση και που είναι πολύ πιθανόν να ψηφίσουν ένα πράσινο κόμμα και σε αυτούς που αρνούνται την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής και που είναι πολύ πιθανόν να στραφούν σε ένα ακραίο κόμμα. Τα περισσότερα, πάντως, κόμματα δεν δείχνουν να έχουν πιάσει το μήνυμα των καιρών, υποστήριξε ο Φίλιπ Κάτνεϊ.
«Παρά τις διακηρύξεις τους –εξήγησε– οι παραδοσιακοί κομματικοί σχηματισμοί δεν έχουν προχωρήσει σε δραστικές δράσεις. Πολλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα έχουν πλέον αναγνωρίσει πως οι καπνογόνες βιομηχανίες, οι οποίες αποτέλεσαν κατά κύριο λόγο την εκλογική τους βάση, ανήκουν πλέον στο παρελθόν, αφού υπάρχει ανάγκη για καθαρότερες μορφές ενέργειας. Από την άλλη, τα δεξιά κόμματα φάνηκαν πολύ πιο απρόθυμα στο να αναγνωρίσουν το πρόβλημα και να υιοθετήσουν τα απαραίτητα μέτρα. Η άνοδος των ακροδεξιών, λαϊκίστικων κομμάτων, τα οποία συνήθως είναι αρνητές της κλιματικής αλλαγής, απλά έκανε αυτή την άρνηση ακόμη μεγαλύτερη».
Αντίθετα, τα πράσινα κόμματα, τα οποία εδώ και πολλά χρόνια προειδοποιούσαν και απαιτούσαν τη λήψη μέτρων για το περιβάλλον δικαιώθηκαν, καθώς πολλοί ψηφοφόροι στράφηκαν σε αυτά. Το κατά πόσον αυτή η στροφή είναι παροδική είναι κάτι που το μέλλον θα δείξει. Καθώς όμως τα κλιματικά προβλήματα θα ενταθούν, θεωρείται βέβαιο ότι θα συνεχιστεί η ροή ψηφοφόρων στα κόμματα που θα έχουν βάλει ψηλά στην ατζέντα τους το περίβαλλον.
Όπως επισήμανε ο Βρετανός ειδικός, φέρνοντας για παράδειγμα τη Γερμανία, οι Πράσινοι υπήρξαν πρωτοπόροι, προτείνοντας και εφαρμόζοντας δραστικά μέτρα, όπως για παράδειγμα στην ανακύκλωση. Πλέον αυτά τα μέτρα έχουν υιοθετηθεί και από τα παραδοσιακά κόμματα. Το ίδιο ισχύει και για άλλες πράσινες θέσεις, όπως τη χρήση πυρηνικής ενέργειας, τη διαχείριση απορριμμάτων ή την ανάγκη να περιοριστούν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Πάντως, το μεγάλο ερώτημα είναι κατά πόσο τα πράσινα κόμματα θα καταφέρουν να καθιερωθούν και να αποτελούν σταθερή και όχι περιστασιακή επιλογή των ψηφοφόρων. «Αυτό θα εξαρτηθεί από το πόσο τα παραδοσιακά κόμματα θα αναγνωρίσουν πως η μέχρι τώρα περιβαλλοντική πολιτική που ακολουθούν δεν μπορεί να συνεχιστεί πλέον. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, αλλά και ο Βραζιλιάνος ομόλογός του είναι από τους πλέον ισχυρότερους αρνητές της κλιματικής αλλαγής. Αυτό που συμβαίνει τώρα, ωστόσο, είναι πως τα οικονομικά της κλιματικής αλλαγής έχουν ήδη πολλές συνέπειες.
Η ηλιακή και αιολική ενέργεια αποτελούν ολοένα και πιο φτηνή επιλογή από τα ορυκτά καύσιμα, τα οποία επίσης απορρίπτονται από τα επενδυτικά και τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Δεν είναι καθόλου βέβαιο, όμως, πως αυτό το ρεύμα θα μετατραπεί σε σημείο καμπής για πράσινα κόμματα. Πάντως, το εκλογικό σύστημα στη Βρετανία και τις ΗΠΑ αποτρέπει τα μικρότερα κόμματα από το να αποκτήσουν ισχυρότερη αντιπροσώπευση, ωστόσο υπάρχει ελπίδα για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης», κατέληξε.
Διχασμένη η νεολαία στην Ανατολική Γερμανία
Υπάρχει ένα στοιχείο που προβάλλει ως σημαντικότερο μέσα από τις κάλπες του πριν από μία βδομάδα στη Σαξονία και στο Βραδεμβούργο. Οι νέοι σε ηλικία εκλογείς σνόμπαραν τα δύο μεγάλα κόμματα, το Σοσιαλδημοκρατικό και το Χριστιανοδημοκρατικό, τα οποία ήλεγχαν το παιχνίδι της διακυβέρνησης από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έως την επανένωση της Γερμανίας και μέχρι τις ημέρες μας.
Η κυριαρχία των δύο αυτών κομμάτων πάνω στις μάζες των ψηφοφόρων, των νέων τουλάχιστον, αποτελεί παρελθόν. Στη Σαξονία η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερμανία ψηφίστηκε από τους περισσότερους νεολαίους, αφού πήρε το 20% των ψήφων στην πρώτη ηλικιακή ομάδα, στους εκλογείς 18 – 24 ετών (ποσοστό ίδιο με αυτό των Πρασίνων) και το 26% των ψήφων στα άτομα ηλικίας 25 – 34 ετών (οι Πράσινοι πήραν ένα 15%). Στο Βραδεμβούργο στην πρώτη ηλικιακή ομάδα (που περιλαμβάνει και ανηλίκους 16 ετών) η Εναλλακτική πήρε 18% και οι Πράσινοι 27%. Οι πρωτιές αντιστρέφονται στη δεύτερη ηλικιακή ομάδα: στους ψηφοφόρους 25 – 34 ετών οι ακροδεξιοί θριάμβευσαν με ένα 30%, ενώ οι Πράσινοι πήραν το 15% των ψήφων.
Πρόκειται για ψήφο αντισυστημική έγραψε η εβδομαδιαία εφημερίδα Zeit, η οποία επιχείρησε να εξηγήσει το εκλογικό αποτέλεσμα με κοινωνικούς όρους. «Η επιτυχία της AfD στις νέες γενιές των Ανατολικογερμανών οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αίσθηση της αδικίας που έχουν και η οποία μεγαλώνει». Yπάρχει και άλλη μία παράμετρος, αφού στην Ανατολή η οικολογική ευαισθησία, που στη Δύση έχει αναδειχθεί σε μείζον πολιτικό θέμα, δεν μπορεί να αντικαταστήσει την εργατική υπόσταση. «Στην Ανατολική Γερμανία, όπου υπάρχουν τέσσερις σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα, το οικολογικό ζήτημα είναι και κοινωνικό ζήτημα, ένα ζήτημα ταυτότητας.
Θα πάω σε μια διαδήλωση για να διαμαρτυρηθώ κατά της εργασίας του πατέρα μου και της μητέρας μου;» αναρωτήθηκε η Zeit και απάντησε μόνη της πως μάλλον όχι. Επ’ αυτού είναι πράγματι αποκαλυπτικά τα αποτελέσματα των Πρασίνων, καθώς στους εργαζομένους όλων των κατηγοριών έλαβαν μόλις το 6% των ψήφων. Υπάρχει και η ανάλυση του οικονομικού προφίλ των ψηφοφόρων της AfD, ένα θέμα με το οποίο καταπιάστηκε η ιστοσελίδα Bento του Spiegel το οποίο απευθύνεται στους νεολαίους. «Στην Ανατολή βρίσκονται εκείνοι που κάτι πέτυχαν μετά την πτώση του κομμουνισμού και τώρα φοβούνται να χάσουν και πάλι, δηλαδή οι καθηγητές και οι γιατροί, εκείνοι με τα ιδιόκτητα σπίτια και τη μικροαστική ζωή. Το 33,9% όσων υποστηρίζουν την Εναλλακτική έχουν καλό εισόδημα, ενώ όσοι αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες αντιπροσωπεύουν μόνο ένα 10% των οπαδών της».
Κινητοποίηση των νέων
Ένα σημαντικό στοιχείο στο οποίο πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός πως οι Πράσινοι καταφέρνουν να κινητοποιούν μια μερίδα ψηφοφόρων, η οποία συνήθως δεν ασκεί με πάθος το εκλογικό της δικαίωμα. Στις τελευταίες ευρωεκλογές είδαμε πως πολλοί νεαροί ψηφοφόροι έδειξαν έμπρακτο ενδιαφέρον. Σε αυτούς άλλωστε οφείλεται το γεγονός πως τα πράσινα κόμματα αύξησαν την εκλογική τους δύναμη στο Ευρωκοινοβούλιο, με αποτέλεσμα σήμερα να θεωρούνται υπολογίσιμη δύναμη.
Για τους νέους ψηφοφόρους τα περιβαλλοντικά ζητήματα έχουν μεγάλη σημασία. Σε αντίθεση με τους μεγαλύτερους σε ηλικία, που ενδεχομένως να θεωρούν την οικολογία ψιλά γράμματα, οι μικρότεροι αλλάζουν τον τρόπο ζωής τους και δείχνουν εμπράκτως το ενδιαφέρον τους για το περιβάλλον. Τα κόμματα που θα καταφέρουν να προσελκύσουν αυτούς τους ψηφοφόρους θα αποκτήσουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Η καλλιέργεια δεσμών με νέους ψηφοφόρους και ιδίως εκείνους που ψηφίζουν για πρώτη φορά θεωρείται για τους πολιτικούς πολύ καλή επένδυση.
Έρευνα πολιτικών επιστημόνων του ερευνητικού κέντρου Pew δείχνει ότι οι ψηφοφόροι δεν αλλάζουν, συνήθως, κατά τη διάρκεια της ζωής τους πολιτικό χώρο. Με άλλα λόγια ο πολιτικός χώρος τον οποίο επιλέγει ένας νέος, ο οποίος ψηφίζει για πρώτη φορά, θα τον συνοδεύει για πολλές δεκαετίες. Τα πράσινα κόμματα, επομένως, μπορούν να κάνουν τη διαφορά, χάρη στην κινητοποίηση των νέων με ευαισθησία στα οικολογικά θέματα.
Αναμέτρηση δύο νέων πόλων
Οι πρόσφατες ευρωεκλογές απέδειξαν την απήχηση των οικολογικών κομμάτων, σε μια σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων. Μια τάση που έχει αρχίσει να διαφαίνεται είναι πως στο μέλλον πρόκειται να δούμε τη συζήτηση για την υπερθέρμανση του πλανήτη να παίζεται με όρους σαφείς πολιτικούς και μια νέα αντιπαράθεση ανάμεσα στα πράσινα κόμματα και τα ακροδεξιά, που συνήθως είναι αρνητές της κλιματικής αλλαγής να διαμορφώνουν τους δύο πόλους που ήδη βρίσκονται αντιμέτωποι.
Η σύγκρουση της οικολογίας με τους ξενοφοβικούς ρατσιστές είναι χαρακτηριστική για την πορεία πολλών χωρών στο άμεσο μέλλον. Τέτοιο είναι το σκηνικό που διαμορφώνεται για παράδειγμα στη Γαλλία, στη Γερμανία, στις ΗΠΑ αλλά και τη Βραζιλία. «Στην πολιτική δεν αναμετρώνται πλέον οι δύο κόσμοι του 20ου αιώνα η δεξιά και η αριστερά, αλλά ο εθνολαϊκισμός (που εκφράζεται από αριστερές δυνάμεις σε κάποιες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης) και οι Πράσινοι», επεσήμανε η αρθρογράφος των New York Times, Σιλβί Κάουφμαν σχολιάζοντας τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών αλλά και άλλων εκλογικών αναμετρήσεων, που έλαβαν χώρα στην Ευρώπη το τελευταίο διάστημα.
Γκρέτα, το πρόσωπο της οικολογίας
Ξεκίνησε μόνη της μια διαμαρτυρία έξω από το Κοινοβούλιο στη Στοκχόλμη. Κάθε Παρασκευή άφηνε το σχολείο της και τα μαθήματά της για να διαδηλώσει για την υπερθέρμανση του πλανήτη και την κλιματική αλλαγή. Η Γκρέτα Τούμπεργκ, η 16χρονη Σουηδή, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να προσελκύσει το ενδιαφέρον χιλιάδων ανθρώπων, να βρει μιμητές και να μετατραπεί σε σύμβολο για τη σωτηρία του περιβάλλοντος.
Η 16χρονη κατάφερε να κινητοποιήσει μια συζήτηση που δημιουργεί εύλογες διαφωνίες, εντάσεις, αντεπιχειρήματα γύρω από την κλιματική αλλαγή. Το μήνυμά της βρήκε πολλούς αποδέκτες και ώθησε αρκετούς εφήβους να νοιαστούν για θέματα οικολογίας, ζητώντας δράση από τις κυβερνήσεις τους.
Το παράδειγμά της δεν άργησε να βρει μιμητές. Χιλιάδες μαθητές στη Βρετανία, την Αυστραλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιρλανδία, την Ουγκάντα, την Ταϊλάνδη, την Κολομβία και την Πολωνία ακολούθησαν τα βήματά της ζητώντας την ανάληψη δράσης από τις κυβερνήσεις των χωρών τους για την κλιματική αλλαγή. Απέκτησε δημοσιότητα με αστραπιαίους ρυθμούς, έγινε εξώφυλλο στο περιοδικό «TIME» με τίτλο «Οι ηγέτες των επόμενων γενιών», αλλά και στο βρετανικό «GQ», που τη χαρακτήρισε Game Changer της χρονιάς, ενώ έχει προταθεί για το Νόμπελ Ειρήνης. Μάλιστα, σύμφωνα με την «Deutsche Welle» έβαλε το θέμα της κλιματικής αλλαγής στην ατζέντα των πρόσφατων Ευρωεκλογών, ξεπερνώντας ζητήματα όπως το Brexit και το ιταλικό χρέος.
Καθόλου παράξενο, λοιπόν, που η δράση της έχει δεχτεί και πάρα πολλές επιθέσεις. Οι περισσότερες εκκινούν από την Ακροδεξιά και από αρνητές της κλιματικής αλλαγής. Αξίζει να σημειωθεί πως τα κοινωνικά δίκτυα γέμισαν με χρήστες που αμφισβητούν τους ευγενείς σκοπούς της. Παρά τις διαβεβαιώσεις των γονιών της, κακόβουλα tweets και αναρτήσεις βλέπουν πίσω από το πρόσωπο της Γκρέτα μια καλοστημένη «κομπίνα». Μια μηχανή παραγωγής χρημάτων για εκείνη και την οικογένειά της και προώθησης των σκοπών συγκεκριμένων συμφερόντων. Άλλοι πάλι θεωρούν ότι πρόκειται για μια ανίδεη και μονομανή έφηβη πίσω από την οποία κρύβονται οικονομικές σκοπιμότητες, καταξιωμένοι επικοινωνιολόγοι, χορηγοί με πράσινο μανδύα και η προώθηση ενός εναλλακτικού οικολογικού τρόπου ζωής που συνήθως μπορούν να υποστηρίξουν όσοι έχουν γεμάτες τσέπες. Επίσης, η νεαρή έχει διαγνωστεί με σύνδρομο Άσπεργκερ, πράγμα για το οποίο (ακόμη και για αυτό) δέχτηκε επικρίσεις.
Όπως και να έχει όμως η επίδρασή της δεν παύει να είναι σημαντική. Το ερώτημα είναι κατά πόσο οι μεμονωμένοι ακτιβιστές, όσο διάσημοι και αν είναι, μπορούν να προκαλέσουν πραγματική αλλαγή. Η ισχυρή επίδραση που έχει μπορεί να φέρει ριζικές λύσεις για το περιβάλλον; Η Γκρέτα Τούνμπεργκ έχει βάλει το περιβάλλον δυνατά στην ημερήσια ατζέντα, ανέφερε ο καθηγητής Φίλιπ Κάτνεϊ. «Η νεαρή έδωσε το παράδειγμα για το πώς κάποιος μπορεί να αποτελέσει έμπνευση για τους νεαρούς, αλλά και για τους μεγαλύτερους. Όμως αυτό δεν είναι αρκετό. Αυτό που χρειάζεται τώρα είναι να δράσουν οι κυβερνήσεις».
Δυνατές φωνές υπέρ του περιβάλλοντος υπήρξαν και άλλες φορές στο παρελθόν. Προκειμένου, όμως, αυτές οι φωνές να μετατρέπονται σε δράσεις χρειάζεται πολύ περισσότερα από φωτογενή κορίτσια, όπως η Γκρέτα Τούνμπεργκ. Πρέπει τα κόμματα και κυρίως οι κυβερνήσεις να αντιληφθούν πως ο χρόνος που έχουμε στη διάθεσή μας για να αντιδράσουμε είναι περιορισμένος και πως πρέπει γρήγορα να προχωρήσουν σε μέτρα για το περιβάλλον, όσο δύσκολα και να είναι όσο μεγάλο και αν είναι το οικονομικό κόστος.
8 Σεπτεμβρίου 2019
philenews