Eurelectric: 1 δισ. ευρώ επενδύσεις ετησίως για να φτάσει η Ελλάδα στους στόχους του 2050 – Η κατανομή σε κάθε τομέα
Επενδύσεις της τάξης του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ για τα δίκτυα διανομής σε ετήσια βάση απαιτούνται προκειμένου η Ελλάδα να βαδίσει με επιτυχία το «μονοπάτι» της πράσινης μετάβασης ως το 2050 σύμφωνα με την νέα μελέτη της Eurelectric «Grids for Speed» που παρουσιάστηκε εχθές στα πλαίσια του συνεδρίου της και το οποίο πραγματοποιείται 22 και 23 Μαΐου στην Αθήνα.
Η ανάγκη για τέτοια μεγέθη επενδύσεων έρχεται σε συνέχεια της στρατηγικής μαζικού εξηλεκτρισμού των μεταφορών, της θέρμανσης και της βιομηχανίας και συναρτάται της πληθυσμιακής πυκνότητας της χώρας, των υψηλότερων peak στη ζήτηση, καθώς και της ταχύτητας υλοποίησης της πράσινης μετάβασης.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας αλλά και συνολικότερα την ενεργειακή αγορά και τις προκλήσεις του «αύριο», ο Διευθύνων Σύμβουλος της E.ON και Πρόεδρος της Eurelectric Leonhard Birnbaum υπογράμμισε ότι η ενεργειακή μετάβαση είναι γεγονός και πλέον το ζήτημα προς επίλυση εστιάζει στις υποδομές. Μάλιστα απαντώντας σε σχετική ερώτηση δημοσιογράφου σημείωσε ότι «υπάρχει μια δυναμική στην αγορά που είναι πλέον ανεξάρτητη των όποιων ρυθμιστικών αγκυλώσεων ή καθυστερήσεων. Περισσότερο σήμερα, ‘key driver’ συνιστά η καινοτομία».
Σε αυτή την κατεύθυνση, οι επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό του ηλεκτρικού συστήματος με έμφαση στις υποδομές και την ψηφιοποίηση συνιστά μονόδρομο και προϋπόθεση προκειμένου να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι της απανθρακοποίησης αλλά και της ανάπτυξης που απορρέουν από μια τέτοια πορεία για τις εγχώριες οικονομίες.
Πιο συγκεκριμένα για την Ελλάδα, η μελέτη της Eurelectric προβλέπει ότι ότι η ζήτηση για ρεύμα προβλέπεται να αυξηθεί από τις 50 στις 80 τεραβατώρες με ορίζοντα το 2050 μέσω της προσπάθειας για εξηλεκτρισμό αρκετών τομέων, όπως οι μεταφορές, η βιομηχανία, αλλά και η ανάδειξη νέων ενεργοβόρων τομέων όπως η Τεχνητή Νοημοσύνη και τα κέντρα δεδομένων. Ομοίως, η παραγωγή ηλεκτρισμού από πράσινες πηγές υπολογίζεται να αυξηθεί έως τις 125 τεραβατώρες στα μέσα του αιώνα. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει και μεταφράζεται σε ραγδαία ανάπτυξη των δικτύων και της αποθήκευσης.
Στο παρακάτω διάγραμμα αποτυπώνεται η κατανομή των απαιτούμενων πόρων σε ετήσια βάση μέχρι το 2050 προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι και το οποίο επιμερίζεται σε δίκτυα υψηλής και χαμηλής τάσης, ηλεκτροκίνηση, ενσωμάτωση αιολικών – φωτοβολταϊκών, προστασία του δικτύου από ακραία καιρικά φαινόμενα, καθώς και έξυπνους μετρητές σε όλους τους καταναλωτές.
Σε ένα γενικό συμπέρασμα και με δεδομένο ότι οι ΑΠΕ μαζί με την αποθήκευση θα κληθούν να αναλάβουν το «φορτίο» του εξηλεκτρισμού, η μελέτη της Eurelectric υπογραμμίζει την επείγουσα ανάγκη να αναβαθμιστούν τα δίκτυα προκειμένου να μπορέσουν να φιλοξενήσουν τον αυξανόμενο όγκο της παραγόμενης «πράσινης» ενέργειας.
Η μέχρι στιγμής «επίδοση» της Ελλάδας
Χρειάζεται να σημειωθεί ότι η Ελλάδα ήδη μετράει σημαντικά βήματα σε αυτό τον τομέα, καθώς, όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα στοιχεία που παραθέτει σε ανάρτησή του ο σύμβουλος του Πρωθυπουργού Νίκος Τσάφος, οι επενδύσεις στα δίκτυα διπλασιάστηκαν το 2023 σε σχέση με την περίοδο 2020-2022 και είναι σχεδόν τριπλάσιες από οποιαδήποτε χρονική στιγμή από το 2012 έως το 2019.
Οι δύο προϋποθέσεις-κλειδιά
Αξίζει τέλος να σημειωθεί η επισήμανση της Eurelectric ότι η κλιμάκωση των επενδύσεων στα δίκτυα απαιτεί διπλή προσπάθεια. Οι αρχές θα πρέπει να εφαρμόσουν τη συμφωνηθείσα νομοθεσία – όπως για παράδειγμα για τις προληπτικές επενδύσεις – προσαρμόζοντας παράλληλα το ρυθμιστικό πλαίσιο για να υποστηρίξουν την αύξηση των επενδύσεων. Αυτό σημαίνει εξάλειψη των ανώτατων ορίων επενδύσεων, επιτάχυνση της αδειοδότησης και των προμηθευτικών διαδικασιών σχετικά με τα δίκτυα, καθώς και ελαχιστοποίηση κινδύνου επενδύσεων στοχεύοντας στην τόνωση της ιδιωτικής χρηματοδότησης, ενώ παράλληλα δυνατότητα δημόσιας χρηματοδότησης μέσω του προϋπολογισμού της ΕΕ.
Η προετοιμασία των δικτύων για το μέλλον εξαρτάται επίσης και από την ικανότητα επέκτασης της αλυσίδας εφοδιασμού. Ακόμη και αν εκπληρωθούν οι απαραίτητες επενδύσεις, οι τρέχουσες ελλείψεις χαλκού, το έλλειμμα ταλέντων, οι εκτεταμένοι χρόνοι παραγωγής και το κόστος των μετασχηματιστών μπορούν να παρεμποδίσουν την ανάπτυξη των υποδομών. Τέτοια εμπόδια πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσω στρατηγικού σχεδιασμού, στενής συνεργασίας μεταξύ των υπευθύνων χάραξης πολιτικής και των βιομηχανιών, καθώς και με νέες πρωτοβουλίες εκπαίδευσης που στοχεύουν στην ανάπτυξη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού.
Διαβάστε στα συνοδεύτικά αρχεία ολόκληρη την έκθεση.