Ενεργειακές αλλαγές απέναντι στη φθορά και στην υποβάθμιση
Τόσες ιδέες, τόσες προτάσεις, κι όμως τα πράγματα κινούνται με πολύ αργούς ρυθμούς, ίσως και αδιάφορα.
Πρόσφατα ακούσαμε συνέντευξη τύπου τριών υπουργών για τα κίνητρα που θα δοθούν στο δημόσιο, ώστε οι εργαζόμενοι να κλείνουν τα ανοιχτά παράθυρα όταν ταυτόχρονα δουλεύει το κλιματιστικό, να σβήνουν τα φώτα στους χώρους μετά την εργασία και άλλα τέτοια πρωτοποριακά. Στην ίδια συνέντευξη δεν ακούσαμε τίποτα για τους λόγους που η Ελλάδα δεν μπόρεσε να πιάσει τους στόχους εξοικονόμησης ενέργειας της περιόδου 2014-2020, αφαιρώντας έτσι σημαντικούς πόρους από την εθνική οικονομία. Δεν ακούσαμε επίσης τίποτα για τους λόγους που το 2021 δεν προχώρησαν οι σχεδιασμοί για τα σχετικά προγράμματα εξοικονόμησης και γιατί ο κλιματικός νόμος που πρόσφατα ψηφίστηκε δεν αναφέρει πουθενά την «Αρχή της Ενεργειακής Απόδοσης Πρώτα», η οποία είναι βασική σε όλη τη νέα Ευρωπαϊκή νομοθεσία. Το ίδιο συμβαίνει στα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα και στο Σχέδιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητα, όπου η αρχή αυτή δεν αναφέρεται ούτε για τους τύπους, δημιουργώντας αρκετές ανησυχίες για την πραγματική διάθεση της χώρας στην ενεργειακή εξοικονόμηση.
Αντίστοιχα, δεν προβλέπονται πουθενά νομικά δεσμευτικοί στόχοι για τη σταδιακή απεξάρτηση από το φυσικό αέριο, που έχει εκτοξεύσει το ενεργειακό κόστος και συνεπαγόμενα τον πληθωρισμό στην οικονομία σε ρεκόρ 30ετίας.
Οι μόνες σίγουρες νέες επενδύσεις που ακούμε αφορούν σε σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (για να υποδέχονται το αμερικανικό σχιστολιθικό). Ακούμε και για νέες οριζόντιες ενεργειακές επιδοτήσεις, χωρίς όμως να συνοδεύονται από ζωτικές παρεμβάσεις στις δομές ενέργειας που αναπαράγουν τις παθογένειες.
Στηρίξτε τους ευάλωτους τονίζουν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η Παγκόσμια Τράπεζα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Ενέργειας, με στοχευμένα και όχι οριζόντια μέτρα, που αυξάνουν τα ήδη διογκωμένα χρέη από την περίοδο της πανδημίας. Αντί αυτού, στην Κυβέρνηση πανηγυρίζουν που το Bruegel κατατάσσει την χώρα στην πρώτη θέση σε ποσοστό επιδοτήσεων στο ΑΕΠ (3.5%, κοντά στα 6.8 δις €), σε όλη την Ευρώπη. Είναι χρήσιμο να σημειωθεί πως από αυτά τα χρήματα, τα μισά δεν έχουν δοθεί (3.2 δις € θα δοθούν το επόμενο διάστημα). Επιπλέον, από τα υπόλοιπα, ένα ποσό της τάξης του 1.1 δις ευρώ πρέπει να αφαιρεθεί, καθώς το εισπράττει το κράτος από τους πολίτες, μέσω των λογαριασμών ρεύματος (χρεώσεις υπέρ των ανανεώσιμων πηγών), και ύστερα τους τα επιστρέφει σαν «επιδοτήσεις». Συνεπώς, ούτε πρώτοι είμαστε, ούτε λόγος για πανηγύρια υπάρχει, καθώς οι πολίτες συνεχίζουν να πληρώνουν ακριβά ρεύμα και καύσιμα.
Φτάσαμε στο σημείο που έχει τεθεί αναπότρεπτα το ερώτημα: Μπορούν τελικά να προχωρήσουν τα πράγματα πέρα από τις πράσινες διακηρύξεις, όταν τα συμφέροντα που μας έφεραν ως εδώ παραμένουν ανέπαφα;
Αυτό μπορεί να συμβεί αν οριοθετηθούν και αντιμετωπισθούν οι πολύ συγκεκριμένες πραγματικότητες του συγκεντρωτισμού και της υπερ-κερδοσκοπίας των ορυκτών καυσίμων εντός και εκτός του πολιτικού συστήματος, καμουφλαρισμένες ή μη, που συνεχίζουν να παραμερίζουν τις αναγκαίες ενεργειακές αλλαγές.
Χάρης Δούκας
Αν. Καθηγητής ΕΜΠ
(ΤΑ ΝΕΑ, 30/6/2022)