Τι σημαίνει για την Ελλάδα ότι έγινε καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας - Εξασφαλίζουμε χαμηλότερες τιμές από τις γειτονικές χώρες

Το 2024, η Ελλάδα ήταν καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Κάτι τέτοιο έχει να συμβεί από το 2000. Μάλιστα, το 2019 οι εισαγωγές μας είχαν φτάσει να καλύπτουν το 18% των αναγκών μας – μια κατάσταση που βάρυνε το εμπορικό μας ισοζύγιο (400 εκατ. € το 2019), μας ανέβαζε τις τιμές (γιατί χρειαζόταν να προσελκύσουμε ενέργεια) και μας εξέθετε σε διάφορους κινδύνους (π.χ. βλάβη σε καλώδιο ή εργοστάσιο σε άλλη χώρα). Το ότι πήγαμε από το μείον 18% στο (οριακό) συν μέσα σε πέντε χρόνια αντανακλά το συγκριτικό πλεονέκτημα που έχει η χώρα μας στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, και αποτελεί καλό οιωνό για το μέλλον.
 

α

 

 

α

 

Η μείωση των εισαγωγών και η άνοδος των εξαγωγών άλλαξε και το εμπορικό μας ισοζύγιο. Το 2023, η Ελλάδα είχε ένα έλλειμα 575 εκατ. € στην ηλεκτρική ενέργεια. Δεν έχουμε ακόμα στοιχεία για όλο το 2024, αλλά στο 11-μηνο το εμπορικό πλεόνασμα ήταν +61 εκατ. € – ήτοι μια αλλαγή 630 εκατ. € (χωρίς το Δεκέμβριο). Αν οι εισαγωγές μας είχαν μείνει στις 10 τεραβατώρες (όπως το 2019), με τις τιμές του 2024, αυτό θα μας στοίχιζε 1 δις €.
 

α

 

Οι εξαγωγές είναι δύσκολο να ταυτοποιηθούν με ένα καύσιμο ή μια τεχνολογία. Σε ημερήσια βάση, υπάρχει ένας (μερικός) συσχετισμός μεταξύ της παραγωγής από άνεμο και των εξαγωγών: εξάγουμε όταν φυσάει στην Ελλάδα και εισάγουμε ότι ισχύει το αντίθετο. Αυτό σημαίνει, επίσης, ότι το διασυνοριακό εμπόριο βοηθάει στην εξισορρόπηση των ΑΠΕ (ειδικά του ανέμου). Τέλος, οι εξαγωγές αντανακλούν το γεγονός ότι έχουμε πολύ μεγαλύτερη διείσδυση ΑΠΕ από τους γείτονές μας.
 

α

 

Κάτι που δεν φαίνεται στα ημερήσια δεδομένα, αλλά είναι φανερό στα μηνιαία και στα ετήσια δεδομένα, είναι η σημαντική αύξηση που κατέγραψε η παραγωγή από φυσικό αέριο το 2024, αντικαθιστώντας σε ένα βαθμό τις εισαγωγές. Αυτό συνέβη για διάφορους λόγους, αλλά μια βασική αιτία ήταν η περιφερειακή ανάγκη για ευέλικτη παραγωγή. 

Ένας λόγος που ανέβηκαν οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας το καλοκαίρι στην Νοτιοανατολική Ευρώπη και το χειμώνα σε ολόκληρη την Ευρώπη ήταν η έλλειψη ισχύος τις ώρες που οι ΑΠΕ υπολειτουργούν – δηλαδή, το καλοκαίρι όταν πέσει ο ήλιος, και τον χειμώνα όταν δεν φυσάει. (Το ανεπαρκές διασυνοριακό εμπόριο επικέντρωσε το πρόβλημα στην ΝΑ Ευρώπη το καλοκαίρι, ενώ το χειμώνα το θέμα ήταν πανευρωπαϊκό.)

Σε αυτό το περιβάλλον, οι μονάδες βάσης, και ειδικά οι ευέλικτες μονάδες που μπορούν να ανεβοκατεβάσουν την παραγωγή τους ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος, έχουν μια επιπλέον αξία. Στην περιοχή μας δεν υπάρχουν αρκετές τέτοιες μονάδες – ειδικά φυσικού αερίου. Μόνο η Ελλάδα και η Αυστρία (από τις χώρες της ΕΕ) έχουν σημαντική ισχύ σε φυσικό αέριο η οποία μπορεί να καλύψει το κενό όταν δεν παράγουν οι ΑΠΕ. Αυτή η ευελιξία που υπάρχει στην Ελλάδα οδήγησε σε σημαντικές εξαγωγές, ειδικά το Νοέμβριο και το Δεκέμβριο.
 

α

 

Τα οφέλη από αυτό για την Ελλάδα είναι κυρίως έμμεσα: (α) το φυσικό αέριο στην Ελλάδα πληρώνει για τις εκπομπές του (σε αντίθεση με τις εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας), (β) τα κέρδη από την δραστηριότητα αυτή μπορούν να αντισταθμίσουν πιθανές ανατιμήσεις στη λιανική (όπως συνέβη ώστε η άνοδος των τιμών για τα νοικοκυριά να είναι περιορισμένη), ή μπορούν να αποτελέσουν βάση για έκτακτη φορολόγηση (αν χρειαστεί), και (γ) αν τα εργοστάσια αερίου μπορούν να λειτουργήσουν με βάση την αγορά, αυτό περιορίζει την ανάγκη για το κράτος να βρει επιπλέον εργαλεία για να κρατήσει σε λειτουργία αυτά τα εργοστάσια (που είναι απαραίτητα προς το παρών για την επάρκεια του συστήματος).

Δυστυχώς, το ότι είμαστε πια εξαγωγικοί δεν συνεπάγεται αυτόματα χαμηλότερες τιμές. Οι τιμές στην Ελλάδα καθορίζονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, και οι πολλές δυσλειτουργίες σε αυτό το Ευρωπαϊκό σύστημα επηρεάζουν και εμάς. Για αυτό χρειάζονται αλλαγές στην αγορά ηλεκτρικής ενεργείας στην Ευρώπη (αυτό άλλωστε ήταν και το αντικείμενο των δύο επιστολών που έστειλε ο πρωθυπουργός στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής). Οι εξαγωγές όμως αναδεικνύουν ότι η Ελλάδα έχει κάποια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα – και πάνω σε αυτά θα συνεχίσουμε να χτίζουμε το ενεργειακό μέλλον της χώρας.

Ο κ. Νίκος Τσάφος είναι σύμβουλος του πρωθυπουργού για θέματα ενέργειας

σ