Στοίχημα η κανονικότητα στα φωτοβολταϊκά για το 2020.

15 01 2020 | 09:30

Η αγορά των φωτοβολταϊκών επενδύσεων αφού διήλθε μια πενταετή περίοδο περίπου ολικής νέκρωσης, το 2019 επανήλθε με ρυθμούς εξόχως επιθετικούς τουλάχιστον σε επίπεδο αιτήσεων αδειών παραγωγής και προσφορών σύνδεσης για νέα έργα.  Η χώρα μας φαίνεται να έχει πλέον αφήσει οριστικά πίσω της τα χρόνια των μνημονίων και του καθοδικού σπιράλ στην νοοτροπία που τα συνόδευε και που στον χώρο της ενέργειας έπληξαν καίρια τις μικρομεσαίες ιδιωτικές επενδύσεις όπως τα φωτοβολταϊκά.    

Σταχυολογώντας τους λόγους που τροφοδοτούν την νέα ανοδική τάση, κορυφαίο γεγονός αποτελούν οι αποφάσεις σε κεντρικό Ευρωπαϊκό επίπεδο για την επίσπευση της απανθρακοποίησης του ενεργειακού μίγματος των Κρατών μελών, που με ορίζοντα καταρχήν το έτος 2030 εξειδικεύονται στα επιμέρους Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ).  Η Ελλάδα ήδη από πέρυσι έχει συντάξει το δικό της ΕΣΕΚ, το οποίο περαιτέρω βελτιούμενο φέτος συνιστά μια εθνική βάση συνεννόησης, αυτοδέσμευσης, συνέχειας και αξιοπιστίας της χώρας μας ως προς την ενεργειακή μετάβαση, τις ΑΠΕ, και βεβαίως τις επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου που απαιτούνται μέχρι το 2030 για την εκπλήρωση των «πράσινων» στόχων και πολιτικών του.

Από την άλλη πλευρά, η πτώση των τιμών του εξοπλισμού μαζί και η άνοδος της τιμής των δικαιωμάτων ρύπων CO2 διεθνώς καθιστούν τον φωτοβολταϊκό ηλεκτρισμό εφάμιλλου ή και φθηνότερου κόστους σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.  Σε ότι αφορά τις τιμές αποζημίωσης των νέων έργων, αυτές διαμορφώνονται από τους ίδιους τους επενδυτές στην βάση ανταγωνιστικών διαδικασιών ή και απευθείας συμμετοχής τους στην αγορά δυνάμει του νέου ν. 4643.  Αν σε αυτά προστεθούν και οι αλλαγές ένεκα του Target Model, οι οποίες έχουν μεταφέρει ως προς την λειτουργία και ισορροπία της αγοράς σε πραγματικό χρόνο τον ρυθμιστικό κίνδυνο στην πλευρά των επενδυτών, γίνεται διαυγέστερα εμφανές το γιατί η Πολιτεία έχει πλέον μάλλον λιγότερους λόγους να ανησυχεί συγκριτικά με τους ίδιους τους επενδυτές.

Οπότε καταληκτικά η «μπάλα» βρίσκεται κυρίως στο γήπεδο των επενδυτών όχι μόνο για να υλοποιήσουν έργα ΑΠΕ όπως έκαναν στο παρελθόν, αλλά για να σταθμίσουν, διαμορφώσουν και αποφασίσουν μέσα από την πολυσχιδή πληροφόρηση και τα εργαλεία αυτορρύθμισης της αγοράς που τους παρέχονται, στρατηγικές βιώσιμες ανάπτυξης που θα αφήνουν μάλιστα και ικανό χώρο για περαιτέρω τεχνολογικές εξελίξεις ιδίως στο κομμάτι της αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας που δυστυχώς ακόμα πάσχει.  Η ορμή επανεκκίνησης της αγοράς με αιτήσεις ωστόσο για νέα φωτοβολταϊκά έργα συνολικά (αδειοδοτούμενα και εξαιρούμενα) της τάξης των 10 GW σε έναν μόλις χρόνο, δηλαδή υπερδιπλάσια του νέου περιθωρίου που δίδει το ΕΣΕΚ έως το 2030, ίσως δεν σηματοδοτεί την ωρίμανση που απαιτούν οι νέες συνθήκες για τους επενδυτές.  

Σε ότι αφορά την Πολιτεία, υπό το φως του νέου πλαισίου αυτορρύθμισης της αγοράς όπως διαμορφώνεται, κύριο μέλημα της οφείλει να αποτελέσει η ισονομία, η διαφάνεια, το Κράτος Δικαίου και οι ίσες ευκαιρίες έναντι των επενδυτών.  Η αποφυγή ανυπόστατων διακρίσεων ή προτεραιοτήτων ιδίως ως προς την πρόσβαση στα δίκτυα και τον πεπερασμένο ηλεκτρικό χώρο που τυγχάνει ανεπαρκής άρα και καταλυτικής σημασίας στην εν τέλει υλοποίηση ή μη επενδύσεων για παραγωγή και πώληση ηλεκτρικής ενέργειας, είναι τουλάχιστον αυτονόητη.  Δυστυχώς η ανεξέλεγκτη κατάσταση κινήτρων που εμφανίστηκε πρόσφατα με τις Εν.Κοιν. σε συνδυασμό και με ταυτόχρονες πολιτικές περιορισμού ή και αποκλεισμού μικρομεσαίων επενδυτών από τον χώρο των νέων φωτοβολταϊκών όπως ο περιορισμός του ν. 4602 για μέχρι δύο έργα εν τέλει ανά φυσικό πρόσωπο εκτός διαγωνισμών (παραδόξως προσμετρούμενων και των αιτήσεων προ του ν. 4602), έχουν τραυματίσει το κλίμα.  Η νέα πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ που κληρονόμησε αυτές τις προβληματικές ρυθμίσεις, οφείλει με αποφασιστικότητα να τις απαλείψει, εξαφανίζοντας μαζί τους και κάθε ίχνος πελατειακού Κράτους που επιχειρεί μέσω αιτημάτων άλλων κοινωνικών ομάδων για προνομιακή μεταχείριση να επανέλθει.  

Στο ίδιο πλαίσιο ισονομίας εντάσσεται και η άρση κάθε περιορισμού για τους αστούς επενδυτές στο να αγοράζουν ελεύθερα και χωρίς δαιδαλώδη γραφειοκρατία Γεωργικές Γαίες Υψηλής Παραγωγικότητας για την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών επενδύσεων, όπως πλέον ο πρόσφατος ν. 4643/2019 παρέχει την δυνατότητα.  Δεν είναι δυνατόν οι αστοί επενδυτές, που συνήθως τυγχάνουν και ακτήμονες, να τίθενται δια νόμου σε μειονεκτική θέση ως προς τους αγρότες συναδέλφους τους στην ηλεκτροπαραγωγή που κατέχουν τις γαίες αυτές και να υποχρεώνονται έτσι σε μακροχρόνια μισθωτήρια και εξαρτήσεις που όχι μόνο τους αυξάνουν τα κόστη, αλλά απειλούν εν τέλει και την ίδια την υλοποίηση των επενδύσεων τους.  Η αστική τάξη όλα τα προηγούμενα χρόνια έχει υποστεί υπερβολική πίεση στο εισόδημα και τις επαγγελματικές της δραστηριότητες και δεν νοείται να μην αποτελεί στο εξής πεδίο προσοχής και αποκατάστασης για την Πολιτεία.   

--------------------

*Ο κ. Στέλιος Λουμάκης είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Παραγωγών Ενέργειας από Φωτοβολταϊκά (ΣΠΕΦ)

Το άρθρο περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του energypress για το 2020

 

 

 

energypress