Πώς θα καθαρίσουμε τη «βρώμικη» παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας
Η Ρωσία είναι πλέον φανερό ότι έχει αποφασίσει να μην επιτρέψει στην Ευρώπη να υποδεχθεί τον χειμώνα με γεμάτες τις αποθήκες φυσικού αερίου, ενώ το κύμα καύσωνα που σάρωσε την Ευρώπη την προηγούμενη εβδομάδα επιβάρυνε εκ νέου το ενεργειακό ισοζύγιο.
To ενδεχόμενο άλλωστε οι χώρες της G7 να επιβάλουν πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου- ήδη προσπαθούν να έρθουν σε συνεννόηση με Ινδία και προκειμένου να έχει κάποιο νόημα αυτή η κίνηση θα πρέπει να κάτσει στο τραπέζι και η Κίνα- οδήγησε χθες το Κρεμλίνο στην ανακοίνωση ότι η Gazprom είναι πιθανόν να επιδιώξει την μεταβολή των όρων των συμβολαίων προμήθειας φυσικού αερίου προς τις δυτικές χώρες.
Μετά τη σημαντική μείωση των ροών φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1 κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα, κατά 60%.το Βερολίνο έβαλε εμπρός το δεύτερο, από τα τρία συνολικά, εθνικά σχέδια έκτακτης ανάγκης για φυσικό αέριο, κηρύσσοντας τη χώρα σε κατάσταση «συναγερμού»: Ενισχύει τη λειτουργία σταθμών ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα ή η επαναλειτουργεί κάποιους από αυτούς ενώ την ίδια στιγμή καλεί τους Γερμανούς να μειώσουν την κατανάλωση φυσικού αερίου και να δείξουν πνεύμα αλληλεγγύης.
Στη Γαλλία οι επικεφαλής των γαλλικών ενεργειακών κολοσσών Engie, EDF και Total έκαναν έκκληση να μειώσει άμεσα όλη η χώρα την κατανάλωση φυσικού αερίου ώστε να αυξηθούν τα αποθέματα ενόψει χειμώνα, ενώ στην εφημερίδα «Journal du Dimanche» δόθηκαν συστάσεις στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις να μειώσουν άμεσα την κατανάλωση ενέργειας.
Έτσι τα νοικοκυριά πέραν από την αύξηση του κόστους το οποίο έχει προ πολλού επεκταθεί στη συντριπτική πλειοψηφία προϊόντων και υπηρεσιών, καλούνται τώρα να διαχειριστούν την ηλεκτρική ενέργεια ως περιορισμένο πόρο.
Κάθε δράση όμως έχει αντίδραση. Οι πρόσφατες εκλογές τόσο στην Ισπανία όσο και στη Γαλλία ανέδειξαν το κύμα της λαϊκής δυσαρέσκειας που κυοφορείται, με σοβαρό κίνδυνο τον χειμώνα να ξεπεράσει κάθε προηγούμενο αν φτάσουμε στο σημείο να έχουμε δελτία ενέργειας και περιορισμούς στην κατανάλωση, προκαλώντας έντονες κοινωνικές αντιδράσεις και πιθανότατα πολιτικές ανατροπές.
Με το ίδιο σκεπτικό οι ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ φοβίζουν τον Τζο Μπάιντεν καθώς ήδη οι Αμερικάνοι πληρώνουν 5 δολάρια για ένα γαλόνι βενζίνης.
Αυτό που έχουν αρχίσει να κατανοούν οι ηγέτες ανά τον κόσμο είναι ότι πρέπει να αποφύγουν μεν μια πολιτική καταστροφή εξαιτίας του ενεργειακού σοκ, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού χωρίς μέριμνα για την ασφάλεια του κλίματος. Πραγματικά πρόκειται για ένα πολύ δύσκολο παζλ.
Η συγκυρία επιβάλλει μια προσωρινή επιστροφή στον άνθρακα και τις λοιπές «βρώμικες» πηγές ενέργειας. Ειδήσεις όπως αυτή της Kelheim Fibers –η εταιρεία που προμηθεύει πρώτες ύλες στην Procter & Gamble – η οποία εξετάζει το ενδεχόμενο να δαπανήσει εκατομμύρια για τη μετατροπή του σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με χρήση φυσικού αερίου σε σταθμό ηλεκτροπαραγωγής που καίει πετρέλαιο θα γίνονται ολοένα και συχνότερες.
Ήδη μάλιστα η εταιρεία ζήτησε από το κράτος να βοηθήσει στη χρηματοδότηση της μετατροπής που θα κοστίσει τουλάχιστον 2 εκατομμύρια ευρώ και θα διαρκέσει έξι έως οχτώ μήνες.
Ο μεγάλος κίνδυνος με επενδύσεις τέτοιου μεγέθους είναι να αποδειχτούν περισσότερο μόνιμες από ότι η προστασία του πλανήτη επιτρέπει.
Επιβάλλεται λοιπόν να υπάρξουν δεσμεύσεις ότι η επιστροφή αυτή θα είναι πράγματι προσωρινή, ότι θα επιταχυνθεί ο βηματισμός προς την πράσινη ενέργεια και ότι θα περιοριστούν όσο γίνεται οι ρύποι των «βρώμικων» δραστηριοτήτων όπως για παράδειγμα μέσω της τεχνολογίας δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα.
Κάτω από αυτό το πρίσμα το «πράσινο υδρογόνο - αφαιρείται από το νερό με ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια, περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
- οι παραδοσιακές ΑΠΕ, τα έργα αποθήκευσης ενέργειας, η πυρηνική ενέργεια και οι εγκαταστάσεις που αποθηκεύουν τις εκπομπές ρύπων είναι κάτι παραπάνω από απαραίτητα.
Υπάρχει βέβαια κόστος.
Ο στόχος για καθαρές μηδενικές εκπομπές έως το 2050 θα απαιτήσει επενδύσεις πέριξ των 5 τρις δολαρίων ετησίως, σύμφωνα με την ΙΕΑ.
Δεδομένων των συνθηκών, η Ευρώπη θα πρέπει να επισπεύσει το δικό της μερίδιο, προκειμένου να αποκτήσει την ενεργειακή της ανεξαρτησία και να εξασφαλίσει την ενεργειακή της αυτάρκεια και ασφάλεια.
Και επειδή η αλλαγή του ενεργειακού μίγματος δεν είναι δυνατόν να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, η βέλτιστη επιλογή της εκάστοτε κυβέρνησης στη δεδομένη χρονική συγκυρία είναι να επιταχύνει την μετάβαση της σε παραγωγή ενέργειας με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα και ταυτόχρονα να εξασφαλίσει ότι η «βρώμικη παραγωγή» του μεσοδιαστήματος δεν θα πλήξει επικίνδυνα το κλίμα του πλανήτη και φυσικά δεν θα μακροημερεύσει περισσότερο από ότι χρειάζεται.
Η απάντηση της τεχνολογίας δέσμευσης CO2 από τον αέρα
Ένα από τα αγαπημένα θέματα της στήλης είναι οι τεχνολογίες που καταγράφουν, «συλλαμβάνουν» και αφαιρούν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από τον αέρα ώστε να μπορούν να ταφούν.
Η αγορά αυτή θα μπορούσε να φτάσει τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια την πρώτη δεκαετία της υιοθέτησης των τεχνολογιών αυτών από τη βαριά βιομηχανία για τη μείωση της ρύπανσης και όπως έχουμε ήδη καταθέσει από τον Σεπτέμβριο του 2021- περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ- σύμφωνα με υπολογισμούς της στήλης, μέχρι το 2050, η βιομηχανία αυτή θα μπορούσε να αγγίξει τα 10 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Μια από τις πρώτες εμπορικές μονάδες άμεσης δέσμευσης αέρα είναι εκείνη της Climeworks που ξεκίνησε να λειτουργεί στην Ελβετία πριν λίγα χρόνια με χρηματοδότηση από την ελβετική τράπεζα Zuercher Kantonalbank, μεγάλους ιδιώτες επενδυτές και οικογενειακά γραφεία, ενώ το 2020 η εταιρεία συγκέντρωσε κεφάλαιο 100 εκατομμυρίων δολαρίων από εταιρείες όπως η Microsoft, η Audi, η Shopify και η Stripe.
Η μονάδα της Climeworks είναι περίπου 1000 φορές πιο αποτελεσματική στην απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα από ό,τι η φωτοσύνθεση. Πιο συγκεκριμένα, αφαιρεί περίπου 900 τόνους διοξειδίου του άνθρακα ετησίως.
Δεν είναι βέβαια η μόνη. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 20 εργοστάσια δέσμευσης απευθείας από τον αέρα παγκοσμίως, δεσμεύοντας πάνω από 12.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα τον χρόνο, σύμφωνα με την IEA. Το δυναμικό αυτό μάλιστα κάθε χρόνο γίνεται ακόμα μεγαλύτερο και αν σκεφτεί κανείς ότι εκπέμπουμε από 31,5 έως 40 δισεκατομμύρια τόνους CO2, θα πρέπει να αρχίσει να αναπτύσσεται με εκθετικούς ρυθμούς.
Η Carbon Engineering, προετοιμάζει το μεγαλύτερο εργοστάσιο άμεσης δέσμευσης άνθρακα από τον αέρα στον κόσμο ενώ η πετρελαϊκή εταιρία των ΗΠΑ Occidental αναπτύσσει μια από τις μεγαλύτερες εγκαταστάσεις δέσμευσης άνθρακα απευθείας από τον αέρα από ανοικτό χώρο κοντά στις πετρελαιοπηγές της στο Τέξας. H Exxon Mobil και η Chevron επενδύουν επίσης σε σχετικές τεχνολογίες δέσμευσης άνθρακα.
Η ισλανδική Carbfix, η Global Thermostat που διεκδικεί και το χαμηλότερο κόστος στη βιομηχανία για τη διαδικασία δέσμευσης άνθρακα, η CO2 Solutions by SAIPEM, η Net Power και η Quest Carbon Capture and Storage by Shell είναι μερικά μόνο από τα ονόματα που πλαισιώνουν την Climeworks, με την οποία άλλωστε οι περισσότερες από τις παραπάνω εταιρείες συνεργάζονται.
Η Carbfix για παράδειγμα θα κατασκευάσει το μεγαλύτερο εργοστάσιο στην Ισλανδία που θα δεσμεύει έως 4000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα τον χρόνο απευθείας από τον αέρα σε συνεργασία με την Climeworks.
Η BP ηγείται μιας εταιρικής σχέσης, συμπεριλαμβανομένης της ιταλικής κρατικής εταιρείας πετρελαίου Eni, της Νορβηγικής Equinor, της National Grid, της Royal Dutch Shell και της γαλλικής ενεργειακής εταιρείας Total, σε ένα σχέδιο μεταφοράς 17 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο από δύο ξεχωριστά έργα δέσμευσης άνθρακα. Και σε αυτό το σχήμα όμως βρίσκουμε την Climeworks.
Πιο συγκεκριμένα, η Climeworks συνεργάζεται με το joint venture μεταξύ της κυβέρνησης της Νορβηγίας και των ενεργειακών κολοσσών Equinor, Shell και Total και η κοινή επιχείρηση έχει το όνομα Νorthern Lights. Η όλη επιχείρηση είναι ένας από τους βασικούς άξονες του σχεδίου της νορβηγικής κυβέρνησης με την επωνυμία The Longship Project.
Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση μετά τον ρωσοουκρανικό πόλεμο και για τους λόγους που αναπτύξαμε στην αρχή του άρθρου, είναι πολύ πιθανό ανάλογα project να υιοθετηθούν σύντομα και από άλλες χώρες.