Παντελής Κάπρος: Η νέα προοπτική ανάπτυξης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Τα οικονομικά θεμέλια της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας αλλάζουν δραματικά. Οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), άνεμος και ήλιος, και κυρίως τα ηλιακά φωτοβολταϊκά, έγιναν ο πιο φθηνός τρόπος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συνεχώς αυξανόμενες τιμές αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα καθιστά μη συμφέρουσα πλέον την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Οι συνθήκες αυτές σε συνδυασμό με τις σταθερές και χαμηλές τιμές φυσικού αερίου , στηριγμένες στο παγκόσμιο εμπόριο υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), επιβάλλουν τη συνεχή λειτουργεία των πιο αποδοτικών μονάδων φυσικού αερίου στον ημερήσιο προγραμματισμό του ενεργειακού συστήματος, αντικαθιστώντας τις μονάδες λιγνίτη. Οι μονάδες ΑΠΕ, που αναμένονται να αναπτυχθούν ραγδαία χάρις στην ανταγωνιστικότητά τους, είναι μη ελεγχόμενες από το σύστημα διαχείρισης και επομένως χρειάζονται ελεγχόμενες μονάδες παραγωγής και αποθήκευσης για να εξισορροπείται η έλλειψη ενέργειας όταν δεν φυσάει άνεμος ή δεν λάμπει ο ήλιος. Οι πόροι εξισορρόπησης μπορεί να είναι μονάδες αερίου, υδροηλεκτρικά, άντληση, μπαταρίες αλλά και συστήματα περιορισμού της κατανάλωσης.
Ήδη πριν από το 2023 αναμένεται να αλλάξει άρδην η δομή της ηλεκτροπαραγωγής και η οικονομική βάση στην οποία στηρίζεται η προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στους καταναλωτές. Οι ραγδαίες αυτές εξελίξεις, οι οποίες στηρίζονται από τα οικονομικά δεδομένα, επιβεβαιώνονται και ενισχύονται και από το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) της νέα Κυβέρνησης, όπως αναμένεται να εγκριθεί αυτές τις ημέρες.
Τα νέα οικονομικά δεδομένα οδηγούν σε επενδύσεις και από-επενδύσεις στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής. Στο πλαίσιο της ιδιωτικής οικονομικής λογικής, που ισχύει πλέον και για τη ΔΕΗ μετά την κρίση που πέρασε, οι επενδυτικές σκοπιμότητας διαμορφώνονται ως εξής:
- Οι ΑΠΕ είναι πρώτης προτεραιότητας και μάλιστα ακόμα και αν δεν υπάρχει σύστημα εγγυημένων τιμών αγοράς της ενέργειας. Οι δημοπρασίες για εγγυημένες τιμές θα σταματήσουν σε λίγα χρόνια, ενώ ιδιαίτερο οικονομικό ενδιαφέρον υπάρχει για διμερείς ιδιωτικές συμβάσεις εγγυημένης τιμής αγοράς της ενέργειας από ΑΠΕ. Λόγω ευνοϊκού κόστους, οι συμβάσεις αυτές συνδυασμένες με πόρους εξισορρόπησης με βάση άλλες διμερείς συμβάσεις (π.χ. με μονάδες φυσικού αερίου) ή με αγορές από την χονδρεμπορική αγορά, μπορούν να συγκροτήσουν χαρτοφυλάκια για την πώληση ενέργειας σε πελάτες με εξαιρετικά ανταγωνιστικούς όρους.
- Νέες μονάδες φυσικού αερίου θα χρειασθούν για να αντικαταστήσουν, μαζί με τις αναπτυσσόμενες ΑΠΕ, την παραγωγή από μονάδες λιγνίτη. Οι σύγχρονες πολύ αποδοτικές μονάδες φυσικού αερίου είναι σε θέση να ανακτήσουν το κόστος επένδυσης με εύλογη κερδοφορία σε ένα χρονικό διάστημα 15 ετών, δεδομένου ότι αναμένεται να λειτουργούν σε συνεχή βάση και να έχουν σχετικά μικρό κόστος λειτουργίας συγκριτικά με την οριακή τιμή ενέργειας του συνολικού συστήματος. Θα αποτελέσουν οι μονάδες αυτές τη γέφυρα μέχρι την ωρίμανση ενός συστήματος ηλεκτροπαραγωγής βασισμένο σε ΑΠΕ και αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας.
- Μόνο οΙ ΑΠΕ και οι μεγάλες αποδοτικές μονάδες φυσικού αερίου δεν επαρκούν για την αξιόπιστη κάλυψη της ζήτησης από το σύστημα. Χρειάζονται τα υδροηλεκτρικά, τα αντλητικά υδροηλεκτρικά, οι μονάδες αερίου που λειτουργούν ευκαιριακά όταν η ζήτηση είναι υψηλή καθώς και νέα αποθηκευτικά μέσα όπως οι μπαταρίες. Ρόλο θα παίξουν επίσης οι μηχανισμοί διακοψιμότητας του φορτίου καταναλωτών με κατάλληλα κίνητρα. Όμως, η επένδυση σε όλους αυτούς τους πόρους εξισορρόπησης είναι αβέβαιη επιχειρηματικά γιατί η ανάκτηση του κόστους κεφαλαίου θα εξαρτάται από τη διαμόρφωση μιας αγοράς που θα αμείβει πραγματικά τη σπανιότητα της εξισορρόπησης, με κατάλληλη οργάνωση και ρευστότητα, καθώς και πολύ πιθανόν δημοπρασίες για τη διαθεσιμότητα ισχύος.
Ταυτόχρονα, αλλάζει μορφή η οργανωμένη αγορά και εγκαταλείπεται το μοντέλο της υποχρεωτικής χονδρεμπορικής αγοράς. Η τελευταία, εφαρμόζοντας βελτιστοποίηση της ενέργειας και της εξισορρόπησης, καθοδηγούσε τον ημερήσιο ενεργειακό προγραμματισμό λειτουργίας των μονάδων του συστήματος, ενώ χάρις σε ρυθμιστικούς κανόνες παρείχε δυνατότητα οι προμηθευτές χωρίς δική τους παραγωγή και οι παραγωγοί χωρίς πελάτες να δραστηριοποιούνται στην αγορά αν ήταν ανταγωνιστικοί. Το νέο μοντέλο, που εφαρμόζει τη λεγόμενη οργάνωση σύμφωνα με το μοντέλο-στόχος της ΕΕ, θα ευνοεί την καθετοποίηση παραγωγής και προμήθειας ενέργειας σε πελάτες, αλλά και θα προσφέρει νέα εργαλεία διαχείρισης κινδύνων, κυρίως εξισορρόπησης, αν καταφέρει να συγκροτήσει τις σχετικές αγορές με επαρκή ρευστότητα. Δεν θα είναι βιώσιμο πλέον το να στηρίζεται κάποιος μόνο σε αγορές από τρίτους ή μόνο από τη χονδρεμπορική αγορά για την κάλυψη του φορτίου ων πελατών του.
Η μεγάλη μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στη λιανική αγορά που παρατηρείται πρόσφατα ευνοεί τη συγκρότηση σχημάτων που συνδυάζουν τις πωλήσεις σε πελάτες με ίδια παραγωγικά μέσα τα οποία συμπληρώνουν ή εξισορροπούν μέσω των οργανωμένων αγορών (spot, forward, futures κλπ.). Βάση τέτοιων χαρτοφυλακίων θα είναι οι ΑΠΕ, οι μονάδες αερίου και οι πόροι εξισορρόπησης, γιατί αυτά είναι τα οικονομικά θεμέλια της νέας αγοράς. Αν ληφθούν υπόψη και ρυθμιστικοί παράγοντες και ο σχεδιασμός της αγοράς, οι μικρές μπαταρίες εκτιμάται ότι σύντομα θα είναι ανταγωνιστικές, ενώ οι μεγάλες μπαταρίες και τα αντλησιοταμιευτικά θα είναι ανταγωνιστικά κυρίως λόγω της έμμεσης αμοιβής της εξισορρόπησης που προσφέρουν εντός χαρτοφυλακίων εικονικών μονάδων ΑΠΕ, τα οποία θα είναι το κύριο όχημα ανταγωνισμού στο μέλλον.
Θα δούμε στο επόμενο διάστημα μεγάλες αλλαγές στην επιχειρηματική στρατηγική και στην δομή του ανταγωνισμού, δηλαδή εξαγορές και συγχωνεύσεις καθώς και μακροχρόνιες συμβάσεις, ώστε να επιτευχθεί προσαρμογή στα νέα οικονομικά θεμέλια της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Οι μεγάλες επενδύσεις σε ΑΠΕ, βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, βιο-οικονομία, δίκτυα, συ-σκευές και οχήματα μπορούν να αποτελέσουν ευκαιρία ανάπτυξης της εγχώριας παραγωγής τόσο από παραδοσιακές βιομηχανίες που υπάρχουν στην Ελλάδα όσο και μέσω ανάπτυξης νέων επιχειρήσεων και μεταποίησης για καινοτόμα προϊόντα και υπηρεσίες.
------------------------------
Ο κ. Παντελής Κάπρος είναι Καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας στο ΕΜΠ
Το άρθρο περιλαμβάνεται στο αφιέρωμα του energypress για το 2020
energypress