Οι ευρωβουλευτές ανεβάζουν τον πήχη της κλιματικής φιλοδοξίας
Η οδηγία για το ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) που διέπει τη λειτουργία του χρηματιστηρίου ρύπων αποτελεί τη ναυαρχίδα της ευρωπαϊκής κλιματικής πολιτικής και συμπεριλαμβάνει ως τώρα σχεδόν 10,000 εγκαταστάσεις από τους τομείς της παραγωγής ηλεκτρισμού & θερμότητας, της βιομηχανίας και των αερομεταφορών. Επιπλέον, εξετάζεται η ένταξη των τομέων της ναυτιλίας, των οδικών μεταφορών και των κτιρίων, επιλογή που θα οδηγήσει στην κάλυψη από την οδηγία περίπου του 70% των συνολικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην ψηφοφορία της Τρίτης 17 Μαΐου 2022 οι ευρωβουλευτές της αρμόδιας Επιτροπής Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου ψήφισαν σημαντικές μεταρρυθμίσεις.
Η αναθεώρηση της οδηγίας αποτελεί μέρος της δέσμης νομοθετικών προτάσεων fit for 55 που ανακοινώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Κομισιόν) τον Ιούλιο του 2021, ώστε η ευρωπαϊκή νομοθεσία να συμμορφωθεί με τους νέους ευρωπαϊκούς κλιματικούς στόχους. Η επεξεργασία της, λίγους μήνες αργότερα από την αρχική παρουσίασή της, πραγματοποιείται εν μέσω πολέμου στην Ουκρανία, κρίσης των ενεργειακών τιμών και συζητήσεων για επιστροφή στον λιγνίτη προκειμένου να μειωθεί η εξάρτηση από το ρωσικό ορυκτό αέριο. Κεντρικό διακύβευμα αυτής της αναθεώρησης είναι κατά πόσο το ΣΕΔΕ θα είναι πραγματικά επαρκές για την επίτευξη του συνολικού κλιματικού στόχου της ΕΕ για το 2030, ο οποίος εκ των πραγμάτων πρέπει να γίνει πιο φιλόδοξος λόγω της επιτακτικής ανάγκης απεξάρτησης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα. Επομένως, η θέση των ευρωβουλευτών για μια οδηγία που επηρεάζει απευθείας την τιμή του άνθρακα και το λειτουργικό κόστος μονάδων καύσης ορυκτών καυσίμων, σε αυτήν ειδικά τη συγκυρία, αποκτά ιδιαίτερη σημασία.
Αυξημένη κλιματική φιλοδοξία: Το ζήτημα του συνολικού κλιματικού στόχου για το 2030 που θα καλύπτει τους τομείς που υπάγονται στο ΣΕΔΕ και τις παραμέτρους που τον επηρεάζουν (γραμμικός συντελεστής μείωσης και εφάπαξ μείωση του ανώτατου ορίου) ήταν ένα από τα τρία ζητήματα που δίχασαν σφόδρα τους ευρωβουλευτές, πράγμα που εκφράστηκε στην αδυναμία διαμόρφωσης μιας συμβιβαστικής τροπολογίας κατά τις διαπραγματεύσεις του εισηγητή με τους σκιώδεις εισηγητές. Από τη μία μεριά, η ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, επικουρούμενη από την ομάδα των συντηρητικών-ρεφορμιστών ECR, υποστήριξε μια τροπολογία που διατηρούσε τον στόχο μείωσης των εκπομπών στο -61% το 2030 συγκριτικά με τα επίπεδα του 2005, αλλά θα οδηγούσε σε περισσότερες σωρευτικές εκπομπές ως τότε σε σχέση με την πρόταση της Κομισιόν. Από την άλλη μεριά, η συμμαχία των Σοσιαλιστών, των φιλελεύθερων Renew, των Πράσινων και της Αριστεράς υποστήριξε μια εναλλακτική τροπολογία που θα οδηγούσε σε μια σημαντική αύξηση της κλιματικής φιλοδοξίας κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες το 2030 (-67%).
Με πλειοψηφία 46 έναντι 41 επικράτησε τελικά η τροπολογία με τον υψηλότερο κλιματικό στόχο, στέλνοντας έτσι ένα ηχηρό μήνυμα σε όσους οραματίζονται μια επιστροφή στον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ταχύτερη κατάργηση δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών για τη βιομηχανία: Το δεύτερο μεγάλο θέμα που δίχασε τους ευρωβουλευτές ήταν η ταχύτητα με την οποία θα μειωθούν και τελικά θα καταργηθούν τα δωρεάν δικαιώματα εκπομπών που ως τώρα δίνονταν απλόχερα στις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι η έλλειψη ικανών οικονομικών κινήτρων ώστε οι βιομηχανίες να μειώσουν το ανθρακικό τους αποτύπωμα. Το ζήτημα είναι κομβικής σημασίας καθώς από τη μια μεριά πρέπει να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ο κίνδυνος «διαρροής άνθρακα» από μια δυνητική αλλαγή έδρας των βιομηχανιών σε τρίτες χώρες, όπου δεν υπάρχει κόστος CO2. Από την άλλη πλευρά όμως είναι επιτακτική ανάγκη να μειωθούν δραστικά οι εκπομπές της βιομηχανίας, οι οποίες εμφάνισαν στασιμότητα σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου του ΣΕΔΕ (2013-2020).
Η πρόταση της Κομισιόν αφορά τους τομείς που θα υπαχθούν στον νέο Μηχανισμό Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα (τσιμέντα, χαλυβουργίες, αλουμίνιο, λιπάσματα) και προβλέπει μια πολύ αργή πορεία μείωσης των δωρεάν δικαιωμάτων κατά 10% ετησίως, ξεκινώντας το 2026, και πλήρη κατάργησή τους το 2035, δηλαδή πέντε χρόνια μετά το πέρας της τρέχουσας φάσης του ΣΕΔΕ. Ο συνασπισμός του ΕΛΚ και της ομάδας των συντηρητικών-ρεφορμιστών ΕCR πρότεινε ακόμα μεγαλύτερη αναβολή ξεκινώντας τη μείωση μόλις το 2028 και επιτυγχάνοντας μόλις 30% μείωση των δωρεάν δικαιωμάτων ως το τέλος της 4ης φάσης του ΣΕΔΕ το 2030. Στον αντίποδα αυτής της λογικής κινήθηκε η εναλλακτική συμβιβαστική τροπολογία του συνασπισμού Σοσιαλιστών-Renew-Πράσινων-Αριστεράς, η οποία επιταχύνει τη μείωση των δωρεάν δικαιωμάτων και τα καταργεί πλήρως το 2030, πέντε χρόνια νωρίτερα από την πρόταση της Κομισιόν.
Όπως και στην περίπτωση της κλιματικής φιλοδοξίας, επικράτησε η πρόταση που προτάσσει την προστασία του κλίματος ως προτεραιότητα, σχεδόν με την ίδια κατανομή ψήφων (45-41-2).
Μεγαλύτερο Ταμείο Καινοτομίας για την απανθρακοποίηση της βιομηχανίας: Παρά τις αγεφύρωτες διαφορές μεταξύ των δύο συνασπισμών πολιτικών ομάδων, στο ζήτημα της ταχύτητας κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων, η μεγάλη πλειοψηφία (68-19-1) συμφώνησε ότι ο καλύτερος τρόπος για τη διασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής βιομηχανίας είναι η απανθρακοποίησή της. Για τον λόγο αυτό οι ευρωβουλευτές προχώρησαν σε γενναία αύξηση του Ταμείου Καινοτομίας που προορίζεται γι’ αυτόν τον σκοπό μεταφέροντας δικαιώματα από διάφορες πηγές. Επιπλέον, μετονόμασαν το Ταμείο αυτό σε «Ταμείο Κλιματικών Επενδύσεων», κάτι που σημαίνει ότι πλέον η προτεραιότητα των επενδύσεων στη βιομηχανία δεν είναι η προώθηση της καινοτομίας, αλλά η όσο το δυνατόν πιο γρήγορη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Διατήρηση της αντιστάθμισης του έμμεσου κόστους CO2: Εκτός από τη μεγέθυνση του Ταμείου Καινοτομίας, οι ευρωβουλευτές ενίσχυσαν τις ενεργοβόρες βιομηχανίες με τη διατήρηση του μέτρου της αντιστάθμισης του έμμεσου κόστους CO2 από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας στις βιομηχανικές διεργασίες. Πρόκειται για ένα μέτρο στήριξης της βιομηχανίας που εφαρμόζεται σε 15 κράτη μέλη μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Αυτό ήταν το τρίτο ζήτημα που δίχασε τους ευρωβουλευτές καθώς κατατέθηκαν δύο αντίθετες συμβιβαστικές τροπολογίες. H πρώτη, που υποστηρίχθηκε από τους εισηγητές του ΕΛΚ και της ομάδας ΕCR, διατηρούσε το μέτρο της αντιστάθμισης, ενώ η δεύτερη που συνδιαμορφώθηκε από τους εισηγητές των Σοσιαλιστών, των φιλελεύθερων Renew, των Πράσινων και της Αριστεράς, το καταργούσε.
Αντίθετα με ό,τι συνέβη στα ζητήματα της κλιματικής φιλοδοξίας και της κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων στη βιομηχανία, εδώ επικράτησε η πρώτη τροπολογία καθώς η πλειοψηφία των φιλελευθέρων Renew δεν στήριξαν την πρόταση της σκιώδους εισηγήτριάς τους, αλλάζοντας έτσι τους συσχετισμούς και δίνοντας στη διατήρηση του μέτρου της αντιστάθμισης του κόστους CO2 την πλειοψηφία με 54 ψήφους υπέρ και 34 κατά.
Συρρίκνωση του Ταμείου Εκσυγχρονισμού: Δυστυχώς, στον βωμό της αύξησης του μεγέθους του Ταμείου Καινοτομίας, «θυσιάστηκε» το νέο Ταμείο Εκσυγχρονισμού που προορίζεται για να χρηματοδοτήσει τον μετασχηματισμό του ενεργειακού τομέα στα 12 οικονομικά ασθενέστερα κράτη μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Ειδικότερα το μέγεθος του Ταμείου μειώθηκε από το 2,5% των συνολικών δικαιωμάτων της περιόδου 2024-2030 (περίπου 194 εκ. δικαιώματα) που πρότεινε η Κομισιόν στο 2% με το 0,5% να ανακατευθύνεται στο Ταμείο Καινοτομίας. Σημειώνεται ότι κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων η ομάδα των φιλελευθέρων Renew ήθελε πλήρη απορρόφηση του νέου Ταμείου Εκσυγχρονισμού από το Ταμείο Καινοτομίας, ενώ οι Σοσιαλιστές και οι Χριστιανοδημοκράτες ήθελαν την απορρόφηση κατά 1,25%. Συνεπώς, το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί πρόοδο σε σχέση με την αφετηρία των διαπραγματεύσεων, αλλά οπισθοδρόμηση σε σχέση με την πρόταση της Κομισιόν.
Επιπλέον, η σχετική συμβιβαστική τροπολογία που επίσης ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία (65-22-1) περιλαμβάνει την πλήρη απαγόρευση επενδύσεων σε ορυκτά καύσιμα, χρήση των πόρων κατά 100% στους άξονες προτεραιότητας (από 70% στην υφιστάμενη οδηγία και 80% στην πρόταση αναθεώρησης της Κομισιόν) καθώς και προσθήκη δύο επιπλέον αξόνων προτεραιότητας (παραγωγή υδρογόνου και υποδομές εναλλακτικών καυσίμων). Τέλος, στους πόρους του Ταμείου που θα αξιοποιηθούν από τα κράτη μέλη για τη Δίκαιη Μετάβαση λιγνιτικών περιοχών (ένας από τους άξονες προτεραιότητας), η απόφαση επιβάλλει συνέπεια με τα σχετικά Εδαφικά Σχέδια και διάλογο με την κοινωνία των πολιτών.
Αποκλεισμός επενδύσεων σε πυρηνική ενέργεια: Σε τρεις διακριτές τροπολογίες, για το Ταμείο Εκσυγχρονισμού, το Ταμείο Καινοτομίας και τα έσοδα των κρατών μελών από τη δημοπράτηση των δικαιωμάτων εκπομπών που τους κατανέμονται, οι ευρωβουλευτές, με ψήφους 51 υπέρ και 36 κατά, αποφάσισαν την απαγόρευση της χρήσης όλων των πόρων για οποιαδήποτε επένδυση στην πυρηνική ενέργεια.
Αυτή η ορθολογική επιλογή των ευρωβουλευτών, σε συνδυασμό με την επίσης σωστή επιλογή για πλήρη απαγόρευση της χρηματοδότησης επενδύσεων με καύσιμο το ορυκτό αέριο από το Ταμείο Εκσυγχρονισμού, δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά και μια νέα πολιτική δυναμική στις Βρυξέλλες ενόψει της ψηφοφορίας στο Ευρωκοινοβούλιο για την εξουσιοδοτική πράξη της Κομισιόν που συμπληρώνει τον Κανονισμό της Βιώσιμης Ταξινομίας. Υπενθυμίζεται ότι η πρόταση της Κομισιόν χαρακτηρίζει -υπό προϋποθέσεις- «πράσινες» τις επενδύσεις σε ορυκτό αέριο και πυρηνική ενέργεια. Ωστόσο για την υιοθέτηση της πρότασης απαιτείται η έγκριση από την πλειοψηφία του Ευρωκοινοβουλίου. Αν λοιπόν οι ευρωβουλευτές ψηφίσουν για την Πράσινη Ταξινομία ακριβώς όπως ψήφισαν για το ΣΕΔΕ, υπάρχει πολύ σοβαρή πιθανότητα, η πρόταση της Κομισιόν για συμπερίληψη του αερίου και της πυρηνικής ενέργειας στις πράσινες επενδύσεις να απορριφθεί.
Πιο «επιθετικό» Αποθεματικό Σταθερότητας Αγοράς (MSR): Σε αντίθεση με το ζήτημα της κλιματικής φιλοδοξίας, με ευρεία πλειοψηφία (65-23) εγκρίθηκε η συμβιβαστική τροπολογία που προβλέπει όχι μόνο χαμηλότερα –σε σχέση με την πρόταση της Κομισιόν- άνω όρια δικαιωμάτων πάνω από τα οποία αφαιρούνται δικαιώματα εκπομπών αυτόματα από την αγορά, αλλά και σταδιακή μείωση αυτών των ορίων μετά το 2025. Με αυτόν τον τρόπο θα μειώνονται ακόμα περισσότερο τα πλεονάσματα, ενισχύοντας έτσι εμμέσως την τιμή του άνθρακα.
Προστασία από τη μεταβλητότητα των τιμών: Με την ψήφο τους οι ευρωβουλευτές της Επιτροπής Περιβάλλοντος στήριξαν έναν ελαφρά αυστηρότερο μηχανισμό προστασίας από τη μεταβλητότητα των τιμών άνθρακα. Πιο συγκεκριμένα, το σήμα για τη λήψη μέτρων έγινε πιο «ευαίσθητο» και θα ενεργοποιείται όταν η τιμή του δικαιώματος ξεπερνά το διπλάσιο του μέσου όρου των προηγούμενων δύο ετών αντί του τριπλασίου που ισχύει από το 2009. Επίσης, ανάμεσα στα πιθανά μέτρα που μπορεί να ληφθούν σε αυτήν την περίπτωση, συγκαταλέγεται η δυνατότητα «ένεσης» 100 εκ. δικαιωμάτων από το Αποθεματικό Σταθερότητας της Αγοράς (MSR). Ωστόσο αυτή η δυνατότητα προϋπήρχε (μη εκπεφρασμένα) και στη σχετική Απόφαση για το MSR (2015/1814, άρθρο 1(7)). Συνεπώς και παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο ζήτημα έγινε αντικείμενο έντονης συζήτησης κυρίως από ευρωβουλευτές συντηρητικών παρατάξεων που επεδίωκαν επί της ουσίας να ελέγξουν την τιμή του άνθρακα, η τροπολογία που ψηφίστηκε ελάχιστα συνεισφέρει προς αυτή την κατεύθυνση.
Ταχύτερη και πληρέστερη ενσωμάτωση της ναυτιλίας με στήριξη στην καινοτομία: Σχετικά με τον νέο-εισερχόμενο στο ΣΕΔΕ τομέα της ναυτιλίας, οι ευρωβουλευτές της Επιτροπής Περιβάλλοντος ψήφισαν με πολύ μεγάλη πλειοψηφία (65-11-12) υπέρ μιας πιο άμεσης και πλήρους ενσωμάτωσης του τομέα σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής. Ειδικότερα, τάχθηκαν υπέρ της έναρξης δημοπράτησης των σχετικών δικαιωμάτων ήδη από το 2024, ενώ πρότειναν τη διεύρυνση της κάλυψης όλων των εκπομπών των εξωκοινοτικών πλοών από το 2027, σε αντίθεση με την πρόταση της Κομισιόν για κάλυψη μόνο του 50% αυτών. Επιπλέον, διεύρυναν τα αέρια του θερμοκηπίου που θα καλύπτει η οδηγία, συμπεριλαμβάνοντας, επιπλέον του διοξειδίου του άνθρακα (CO2), τόσο το μεθάνιο (CH4) όσο και το υποξείδιο του αζώτου (Ν20). Επίσης επέκτειναν τις χωρητικότητες των πλοίων που πρέπει να παραδίδουν δικαιώματα εκπομπών και σε μικρότερα πλοία ολικής χωρητικότητας άνω των 400 τόνων από το 2028, ενώ η πρόταση της Κομισιόν αφορούσε μόνο πλοία μεγαλύτερα από 5000 τόνους. Προσέθεσαν ωστόσο εξαιρέσεις, μειώνοντας τα δικαιώματα εκπομπών που πρέπει να παραδίδουν πλοία τα οποία διαπλέουν παγωμένες θάλασσες ανάλογα με την κατηγορία πάγου (ice class) στην οποία ανήκουν, καθώς και πλοία που ταξιδεύουν σε εξόχως απόκεντρες περιοχές (outermost regions).
Τέλος, με πολύ ευρεία πλειοψηφία (68-20) οι ευρωβουλευτές ψήφισαν υπέρ της θέσπισης ενός νέου, ειδικού ταμείου καινοτομίας αφιερωμένου στη ναυτιλία (Ocean Fund). Το ταμείο θα δημιουργηθεί από το 75% των εσόδων από τη δημοπράτηση των δικαιωμάτων της ναυτιλίας και θα αξιοποιείται σε επενδύσεις που στηρίζουν με διάφορους τρόπους τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος του τομέα, και ειδικότερα, στην ενεργειακή αποδοτικότητα, τα καθαρότερα καύσιμα όπως το υδρογόνο και η αμμωνία που παράγονται από ΑΠΕ, τα συστήματα προώθησης που αξιοποιούν την αιολική ενέργεια καθώς και τις υποδομές ανεφοδιασμού και επαναφόρτισης στα λιμάνια. Με αυτόν τον τρόπο, το 75% των εξόδων των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο λόγω της υπαγωγής τους στο ΣΕΔΕ, θα επιστρέφει σε αυτές, ενώ μόλις το 25% θα καταλήγει στα ευρωπαϊκά ταμεία. Πρόκειται για μια μεταρρρύθμιση που είναι σε συμφωνία και με τις εκπεφρασμένες θέσεις της Ελλάδας για το ζήτημα.
Πιο ήπια εφαρμογή του νέου ΣΕΔΕ (ETS2) για τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές: Ένα ζήτημα που δίχασε τις πολιτικές ομάδες τουλάχιστον όσο και αυτό της κλιματικής φιλοδοξίας και του χρονοδιαγράμματος κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων εκπομπών, ήταν αυτό της δημιουργίας ενός νέου χρηματιστηρίου ρύπων που θα καλύπτει τις εκπομπές από τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές. Οι τομείς αυτοί επιδεικνύουν μια επικίνδυνη στασιμότητα στο ανθρακικό τους αποτύπωμα τα τελευταία χρόνια. Για τον λόγο αυτό η Επιτροπή πρότεινε την ένταξη τους σε ένα ειδικό ΣΕΔΕ, δεδομένου ότι το χρηματιστήριο ρύπων αποδείχθηκε ως τώρα πολύ πιο αποτελεσματικό στη μείωση των εκπομπών των τομέων που υπάγονται σε αυτό σε σύγκριση με τον Κανονισμό που διέπει ως τώρα τις εκπομπές των υπόλοιπων τομέων (Effort Sharing Regulation). Από την άλλη μεριά, εκφράζονται σοβαρές ανησυχίες για τον κοινωνικό αντίκτυπο της εφαρμογής του νέου ΣΕΔΕ, ειδικά στα πιο οικονομικά ευάλωτα στρώματα, παρά τη δημιουργία ενός μεγάλου Κοινωνικού Κλιματικού Ταμείου (Social Climate Fund) με στόχο την προστασία των πιο ευάλωτων.
Με 61 ψήφους υπέρ, 22 κατά και 5 αποχές, οι ευρωβουλευτές της Επιτροπής Περιβάλλοντος τελικά αποφάσισαν να καθυστερήσουν την εφαρμογή του νέου ΣΕΔΕ στα νοικοκυριά ως το 2029 προκειμένου να αμβλυνθούν οι κοινωνικές συνέπειες. Επιπλέον, με την απόφαση τους, οι ευρωβουλευτές της Επιτροπής Περιβάλλοντος επιβάλλουν ένα «ταβάνι» στην τιμή του δικαιώματος, καθώς και διακριτό μηχανισμό προστασίας από πιθανή μεγάλη μεταβλητότητα των τιμών του άνθρακα. Ψήφισαν επίσης συγκεκριμένες ρυθμίσεις για να περιορίσουν δραστικά τη δυνατότητα των εταιρειών προμήθειας καυσίμων που θα υπαχθούν στο νέο ΣΕΔΕ να μετακυλίουν το κόστος των δικαιωμάτων στους πολίτες, ενώ τοποθετήθηκαν υπέρ της διοχέτευσης του συνόλου των εσόδων από το νέο ΣΕΔΕ σε δράσεις προστασίας του κλίματος και άμβλυνσης των κοινωνικο-οικονομικών επιπτώσεων από την εφαρμογή του.
Ακολουθεί η ψηφοφορία στην ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στις 6-9 Ιουνίου. Λόγω της μεγάλης πόλωσης μεταξύ των πολιτικών ομάδων και των ισχνών πλειοψηφιών που καταγράφηκαν στην Επιτροπή Περιβάλλοντος, κεντρικά ζητήματα στην ολομέλεια θα είναι και πάλι η κλιματική φιλοδοξία και η ταχύτητα κατάργησης των δωρεάν δικαιωμάτων για τη βιομηχανία. Επίσης, ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχουν οι τροπολογίες που θα κατατεθούν από τις πολιτικές ομάδες στο μεταξύ για επιμέρους ζητήματα όπως τα Ταμεία Καινοτομίας και Εκσυγχρονισμού ή το νέο ΣΕΔΕ για τα κτίρια και τις οδικές μεταφορές.
Τέλος, αναμένεται επίσης η διαμόρφωση της θέσης του Συμβουλίου των Υπουργών ώστε στη συνέχεια να ξεκινήσει ο τρίλογος μεταξύ των θεσμών που θα καθορίσει τελικά το μέλλον του ΣΕΔΕ.
*Ο κ. Νίκος Μάντζαρης είναι αναλυτής πολιτικής στο Green Tank