Η κατανάλωση προϊόντων πετρελαίου για τις μεταφορές και την κινητικότητα-ιδιοκίνηση τα τελευταία χρόνια-παρά την τεχνολογική καινοτομία και την υψηλότερη αποδοτικότητα στην κλίμακα των οχημάτων - αυξήθηκε σημαντικά παντού.
Αυτή η αύξηση προέκυψε από υψηλότερο επίπεδο κατανάλωσης κατά κεφαλήν (παρά τη χαμηλότερη μέση κατανάλωση ανά χλμ.), που αντικατοπτρίζει την αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών, όπως η αγορά ενός μεγαλύτερου αυτοκινήτου ή η γρηγορότερη οδήγηση ή οι μεγαλύτερες αποστάσεις που διανύουν.
Αυτές ακριβώς οι αλλαγές συμπεριφοράς (στο επίπεδο τομέα δραστηριοτήτων των ανθρώπων), ήταν σε θέση να αντισταθμίσουν, τα τελευταία χρόνια, τις ευεργετικές επιπτώσεις της επίτευξης καλύτερης αποτελεσματικότητας στα αυτοκίνητα (σε επίπεδο προϊόντος).
Το αποτέλεσμα αυτό καλείται άμεσο « φαινόμενο αναπήδησης» («rebound effect») ή «δίλημμα αποδοτικότητας», το οποίο σημαίνει ότι «καταναλώνουμε περισσότερο συνολικά» με την αύξηση της αποδοτικότητας (π.χ. οδηγώντας περισσότερα χιλιόμετρα κάθε μέρα).
Στην πραγματικότητα, τα αποτελέσματα αναπήδησης συμβαίνουν γενικότερα σε κάθε τομέα-πέρα από τον τομέα της κυκλοφορίας- όταν γίνονται αλλαγές από την πλευρά της προσφοράς (στο επίπεδο του προϊόντος ή της τεχνολογίας) χωρίς να γίνει συζήτηση για αλλαγή από την πλευρά της ζήτησης( στην κατανάλωση δηλαδή που αφορά στον τομέα ή στην συνολική οικονομία). Αυτός είναι ο λόγος που μας αναγκάζει, όταν συζητάμε για την ενεργειακή αποδοτικότητα , να εξετάζουμε επίσης τις κοινωνικές και βιοφυσικές διαστάσεις της χρήσης ενέργειας.
Βλέπουμε δηλαδή από τον παραπάνω μύθο ότι:
α) ούτε η χάραξη σχεδίου ενεργειακής απόδοσης και τεχνολογικής προόδου από μόνη της δεν είναι επαρκής, ούτε αυτή είναι μια αποτελεσματική στρατηγική για την επίλυση της ενεργειακής κρίσης και
β) οι κοινωνικές και βιοφυσικές διαστάσεις (π.χ. μέγεθος πληθυσμού, ενέργεια που καταναλώνεται κατά κεφαλή, κ.λπ.) είναι επίσης απαραίτητες για να κατανοήσουμε και να σχεδιάσουμε αλλαγές.
Αν δεν γίνουν προσπάθειες στο κοινωνικοπολιτικό πεδίο και στο πεδίου της ατομικής και κοινωνικής συνείδησης για αλλαγές στο παραγωγικό και καταναλωτικό πρότυπο, καθώς και στο πρότυπο των αναγκών και το αξιακό σύστημα των πολιτών-καταναλωτών, δεν μπορεί να υπάρξει επιτυχημένη ενεργειακή μετάβαση μόνο μέσω της τεχνολογικής καινοτομίας.
Η κυβέρνηση δια μέσου του υπουργού ενέργειας υποστηρίζει ότι αν σπείρουμε σε όλα τα βουνά μας αιολικά πάρκα τελευταίας τεχνολογίας ή αν εξορύξουμε το φυσικό αέριο από τα βάθη της Μεσογείου-το θεωρεί και αυτό «πράσινη» ενέργεια- θα έχουμε στη διάθεσή μας, όλοι οι Έλληνες καταναλωτές ακόμα και οι φτωχοί, άφθονη φθηνή ενέργεια για να καταναλώνουμε χωρίς φειδώ. Δεν λαμβάνει υπόψη της ακριβώς αυτό: το φαινόμενο της αναπήδησης και τις κοινωνικές και βιοφυσικές διαστάσεις της χρήσης ενέργειας. Για αυτό και δεν κάνει καμιά καμπάνια μείωσης της ζήτησης της ενέργειας από τους καταναλωτές, που σε σχέση με την κλιματική αλλαγή θα ήταν η πρώτη προτεραιότητά της.
Αυτό είναι και το σκεπτικό πίσω από το πρόταγμα της «Αποανάπτυξης»: αλλαγή καταναλωτικής συνείδησης για μείωση της υπερκατανάλωσης ενέργειας ώστε να λειτουργήσει και η υψηλότερη ενεργειακή απόδοση με τις τεχνολογικές καινοτομίες!
- του Γιώργου Κολέμπα, Συγγραφέα
(Εφημερίδα των Συντακτών)