Χρεωκοπία της κυβερνητικής ενεργειακής πολιτικής εν μέσω κρίσης

Μέσα σε τρία (3) χρόνια η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει πετύχει την πλήρη χρεωκοπία και απαξίωση της ενεργειακής στρατηγικής της χώρας μας και την έχει καταστήσει ευάλωτη και αδύναμη μέσα στην εξελισσόμενη ενεργειακή κρίση, αλλά και στην αρχή της απαιτητικής και ριζικής μεταρρύθμισης της ενεργειακής μετάβασης προς την κλιματική ουδετερότητα.

Το μόνο σχέδιο που διαπιστώνει η κοινωνία και η αγορά στην ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης είναι το ξεπούλημα υποδομών και εργαλείων, οι τακτοποιήσεις ημετέρων, η έλλειψη ελέγχου, η απουσία ρυθμιστικών εργαλείων και νομοτεχνικής επάρκειας, οι καθυστερήσεις και οι αναβολές και τελικά η κυριαρχία στείρων επικοινωνιακών εργαλείων για να καλύψουν τα πραγματικά σχέδια, τις εξυπηρετήσεις και την ανεπάρκεια. Αυτό το εκρηκτικό κοκτέιλ όμως επιτείνει την ανασφάλεια και αβεβαιότητα και κυρίως αμφισβητεί ισχυρά τη βιωσιμότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

Η ενεργειακή κρίση βρήκε την Ελλάδα πολύ πιο αδύναμη από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες εξαιτίας συγκεκριμένων επιλογών της κυβέρνησης Μητσοτάκη και οδήγησε την Ελλάδα σε συνεχόμενες αρνητικές «πρωτιές» στην ακρίβεια της χονδρεμπορικής τιμής ρεύματος στην Ευρώπη. Στο κύμα ακρίβειας, που τελικά δεν ήταν και τόσο παροδικό όπως διαμήνυαν τα κυβερνητική στελέχη, προστέθηκαν οι επιπτώσεις από τον πόλεμο που μαίνεται στην Ουκρανία. 

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη βέβαια, όταν πια συνειδητοποίησε πως η κρίση δεν είναι παροδική, έσπευσε να κρύψει τις ευθύνες της πίσω από τον πόλεμο. Δεν μπορεί να κρύψει όμως ότι το κύμα ακρίβειας ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2021 και η πολεμική σύρραξη στην Ουκρανία, που ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2022, άρχισε να επηρεάζει την ελληνική και ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας από τον Απρίλιο και μετά. 

Η ενεργοβόρος βιομηχανία είναι αυτή άλλωστε που καταγγέλλει σχεδόν από την έναρξη λειτουργίας του Target Model, τον Νοέμβριο του 2020, χειραγώγηση τιμών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και λειτουργία ολιγοπωλίου στην ελληνική ενεργειακή αγορά, που επίσης συμμετέχει η ΔΕΗ. Η πρόσφατη πρόταση της ΡΑΕ να επιστραφούν 67 εκατ. ευρώ προς όφελος των τελικών καταναλωτών, από τα άδικα κέρδη παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας στην αγορά εξισορρόπησης την περίοδο Νοεμβρίου 2020 – Φεβρουαρίου 2021, επιβεβαιώνει την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πριν ενάμιση χρόνο. Ακόμα βέβαια αναμένουμε τη σχετική νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης.

Κυβερνητικές επιλογές

Οι επιλογές της κυβέρνησης στην ενεργειακή πολιτική που κατέστησαν την Ελλάδα πρωταθλήτρια ακρίβειας και περισσότερο εκτεθειμένη στις επιπτώσεις της ουκρανικής κρίσης είναι:

-η έναρξη του ράλι ακρίβειας με την της αύξηση Χατζηδάκη στα τιμολόγια της ΔΕΗ κατά 20% τον Σεπτέμβριο του 2019, αντί να κρατήσει χαμηλά τις τιμές, ενώ είχε αυτή τη δυνατότητα λόγω της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας

-η ανοχή αισχροκέρδειας το μεγαλύτερο μέρος του 2020, όταν η ΔΕΗ έφτασε να πουλάει 110 ευρώ τη μεγαβατώρα στους καταναλωτές χαμηλής τάσης ενώ χαρακτηριστικά τον Απρίλιο του 2020 την αγόραζε στα 28 ευρώ τη μεγαβατώρα (χονδρεμπορική-ΟΤΣ), δηλαδή τέσσερις (4) φορές κάτω!

-η εκκίνηση της λειτουργίας του Μοντέλου-Στόχου (Target Model) στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας χωρίς προετοιμασία αλλά και χωρίς έλεγχο και ρύθμιση γιατί ο Χατζηδάκης έλεγε ότι ο ανταγωνισμός θα λύσει τα προβλήματα, όπως το βλέπουμε σήμερα στους λογαριασμούς. Και σήμερα μαθαίνουμε ότι η ΡΑΕ αναθέτει μελέτη για εργαλείο ασφάλειας της αγοράς από αισχροκέρδεια και χειραγώγηση

-η ανοχή της κυβέρνησης και των αρμόδιων ρυθμιστικών Αρχών (Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και Επιτροπή Ανταγωνισμού) σε φαινόμενα χειραγώγησης τιμών με αισχροκέρδεια στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και λειτουργίας ολιγοπωλίου στην ελληνική ενεργειακή αγορά, που επίσης συμμετέχει η ΔΕΗ.

-η απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να προσδέσει την ηλεκτροπαραγωγή στην Ελλάδα από φυσικό αέριο για τις επόμενες δεκαετίες, πίσω από την πρόχειρη και επικοινωνιακή εξαγγελία της απολιγνιτοποίησης, με αντικατάσταση των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ με μονάδες ακριβού εισαγόμενου ορυκτού αερίου ιδιωτών και όχι με ΑΠΕ, δηλαδή με πράσινη ενέργεια που είναι και πολύ πιο οικονομική.

Αυτή η επιλογή αύξησε τόσο την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας, όσο και τις τιμές εκκαθάρισης στη χονδρεμπορική ρεύματος. Τελικά, ο κος Μητσοτάκης τον Απρίλιο του 2022 στην Κοζάνη αναγκάστηκε να αποδομήσει ο ίδιος το ψευτοπράσινό του Σχέδιο και την απολιγνιτοποίηση, δίνοντας παράταση στο κλείσιμο λιγνιτικών μονάδων και ανακοινώνοντας αύξηση της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής. Ακόμα ένα από τα «πράσινα» επικοινωνιακά αφηγήματα της κυβέρνησης Μητσοτάκη που κατέρρευσαν με κρότο.

Προστίθεται το φιάσκο, όπως μπορεί να χαρακτηριστεί η Ηλεκτροκίνηση, με το ‘ΚΙΝΟΥΜΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΑ’ που όμως «δεν κινείται», εφόσον η εξαγγελία-φιέστα του κ. Μητσοτάκη στην Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος το 2020 απλά δεν υλοποιείται. Η κυβέρνηση πανηγύριζε για τον αριθμό των αιτήσεων, αλλά όχι για τις εγκεκριμένες και για αυτές που πληρώθηκαν πολύ απλά γιατί είναι ελάχιστες για επιβατικά, ακόμα πιο λίγες ταξί, ενώ το μεγαλύτερο μέρος αφορά ποδήλατα. Όμως το Υπουργείο Μεταφορών ανακοίνωσε μόνο 2675 ταξινομήσεις αμιγώς ηλεκτρικών επιβατικών αυτοκινήτων το 2021 (σε σύνολο 3594). Παράλληλα υπάρχουν μεγάλες διαμαρτυρίες των πολιτών για τη μη ανταπόκριση του Υπουργείου στα αιτήματα πληρωμών.

Στο κρίσιμο δε πεδίο της Εξοικονόμησης Ενέργειας, δεν προκηρύχτηκε Εξοικονομώ για όλο το 2021 (!) και μετατέθηκε για το 2022, τα έργα Εξοικονομώ του 2020 δεν πληρώνονται, δεν υλοποιείται εδώ και τρία (3) χρόνια το Εξοικονομώ στα Δημόσια Κτίρια που ήταν δρομολογημένο από τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το Εξοικονομώ για τις Επιχειρήσεις.

Καθυστέρηση στις ΑΠΕ

Η σημαντικότερη καθυστέρηση όμως της χώρας μας είναι στην προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας με συντεταγμένο τρόπο και ξεκάθαρους κανόνες. Η πρόσφατη νέα παράταση στην εκπόνηση του Ειδικού Χωροταξικού για τις ΑΠΕ, που θα αφορά την επόμενη κυβέρνηση, η απουσία των ΠΔ για τις περιοχές Natura 2000, των οποίων οι μελέτες είχαν ανατεθεί από το 2019, η έλλειψη θεσμικού πλαισίου για την αποθήκευση και τις θαλάσσιες ΑΠΕ αλλά και η απουσία θαλάσσιου χωροταξικού πλαισίου, η «υπερθέρμανση βεβαιώσεων Χατζηδάκη» και η χρεωκοπία του ΕΛΑΠΕ το 2020 και η έλλειψη ηλεκτρικού χώρου, είναι το αποτύπωμα της απόλυτης ανεπάρκειας που οδηγεί σε συνθήκες Άγριας Δύσης και στις ΑΠΕ και σε συγκρούσεις με τις τοπικές κοινωνίες. 

Η χαριστική βολή όμως στη χώρα μας δόθηκε με τον πρόσφατα ψηφισθέντα Κλιματικό Νόμο, έναν ανεπαρκή κλιματικό νόμο που, όπως χαρακτηρίστηκε από έντεκα (11) μεγάλες συνδικαλιστικές και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, αποτελεί μία δειλή αρχή που χαρακτηρίζεται από κενό φιλοδοξίας και κενό εφαρμογής. Έναν κλιματικό νόμο που νομοθετήθηκε διεκπεραιωτικά για να βγάλει την υποχρέωση η κυβέρνηση και με μεγάλη καθυστέρηση, με πλήρη  αντίθεση της αντιπολίτευσης. Χάσαμε ως χώρα μία μοναδική ευκαιρία να συζητήσουμε και να αποκτήσουμε ένα νόμο που θα αλλάζει το παραγωγικό και καταναλωτικό μοντέλο και θα εξασφαλίζει στη χώρα μας βιωσιμότητα για όλους και όλες αλλά και θα εισάγει την αρχή της κοινωνικής δικαιοσύνης, που είναι και βασική αρχή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, εφόσον η κυβέρνηση αγνόησε ότι συζητάμε το σημαντικότερο νόμο της δεκαετίας.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ότι η κρίση ακρίβειας στην ενέργεια που βιώνουμε σήμερα βαθαίνει και εντείνει το φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας που φτάνει να αμφισβητεί ακόμη και τη δυνατότητα πρόσβασης στο αγαθό της ενέργειας. Όμως η κλιματική κρίση είναι μία τεράστια πρόκληση, στην οποία προστίθενται η ακρίβεια στην ενέργεια και η ανάγκη απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο και δεν μπορεί η χώρα μας να είναι αθωράκιστη και απροετοίμαστη, κινδυνεύοντας με ευθύνη της κυβέρνησης «να μείνει πίσω» στον «κλιματικό ανταγωνισμό».

Εθνικό σχέδιο

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει ξεκαθαρίσει ότι σε αυτή την «πράσινη επανάσταση» χρειαζόμαστε σχέδιο και ηγεσία, δηλαδή ρόλο και ευθύνη της ελληνικής πολιτείας. 

Χρειαζόμαστε Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που θα είναι ο οδικός χάρτης της μετάβασης και θα προβλέπει την ομαλή απεξάρτηση της Ελλάδας και από το λιγνίτη και από το φυσικό αέριο. Χρειαζόμαστε περισσότερες ΑΠΕ, και όχι περισσότερο φυσικό αέριο, με υποδομές και ρυθμιστικό πλαίσιο αποθήκευσης με δημόσιο έλεγχο, στήριξη και διεύρυνση της αυτοπαραγωγής/αυτοκατανάλωσης μέσω ενεργειακών κοινοτήτων, αλλά και με ξεκάθαρους κανόνες, προστασία του φυσικού κεφαλαίου της χώρας μας και χωροταξικό σχεδιασμό. Χρειαζόμαστε η πολιτεία να ηγηθεί, να σχεδιάσει με όραμα για το μέλλον της Ελλάδας γιατί και η μετάβαση, όπως και η αντιμετώπιση της πανδημίας, δεν μπορεί να αφεθεί στις ορέξεις της αγοράς. Η πολιτεία είναι αυτή που πρέπει να εγγυηθεί ότι «κανείς δε θα μείνει πίσω σε αυτήν τη μετάβαση» και θα αντιμετωπίσει τις υφιστάμενες αλλά και τις νέες ανισότητες που δημιουργεί ο τεράστιος αυτός μετασχηματισμός.

Χρειαζόμαστε δημόσιο έλεγχο στα δίκτυα, αλλά και ισχυρή ΔΕΗ, πυλώνα του ενεργειακού μας συστήματος, κοινωνικό και αναπτυξιακό πυλώνα, όπως ήταν πάντα τα 70 χρόνια κοινωφελούς λειτουργίας της. Που δεν θα θέτει μοναδικό γνώμονα τη δική της κερδοφορία, φτάνοντας να συμμετέχει ακόμη και στη λειτουργία καρτέλ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, εις βάρος της κοινωνίας και δεν θα αποτελεί φυτώριο και κοιτώνα χρυσοπληρωμένων γαλάζιων παιδιών που λειτουργούν προκλητικά και ανάλγητα για την ελληνική κοινωνία αλλά και την επιχειρηματικότητα. 

Είναι σαφές ότι η Ελλάδα, η κοινωνία και οι υγιείς παραγωγικές δυνάμεις, χρειάζεται εδώ και τώρα αλλαγή κατεύθυνσης ώστε τελικά η Ελλάδα «να μη μείνει πίσω» σε αυτή τη μετάβαση. Μόνη λύση πλέον και στην ενεργειακή πολιτική είναι μόνο η άμεση πολιτική αλλαγή!

--------------------------

Ο Σωκράτης Φάμελλος είναι τομεάρχης ενέργειας και περιβάλλοντος και βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ

(Το άρθρο περιλαμβάνεται στον τόμο Greek Energy 2022 του energypress)

Χρεωκοπία της κυβερνητικής ενεργειακής πολιτικής εν μέσω κρίσης