Χάρτης της Ενέργειας: Το ΥΠΕΝ πληρώνει εισφορά, Γαλλία και Ισπανία αναζητούν διαφυγή – Σύγκρουση βιομηχανιών ορυκτών καυσίμων και ΑΠΕ.

Μπορεί στη χώρα μας η συγκεκριμένη συζήτηση να μην έχει πάρει ακόμα διαστάσεις, όμως σε διεθνές επίπεδο πληθαίνουν οι φωνές που βρίσκουν ως επόμενο πεδίο αντιπαράθεσης σε σχέση με τα ζητήματα της “ενεργειακής μετάβασης” τη Συνθήκη για το Χάρτη της Ενέργειας.

Η Συνθήκη για τον Χάρτη Ενέργειας (ECT) υπογράφηκε τον Δεκέμβριο του 1994 και τέθηκε σε ισχύ τον Απρίλιο του 1998, διαμορφώνοντας ένα πολυμερές πλαίσιο μακροπρόθεσμης ενεργειακής συνεργασίας μεταξύ των χωρών που την υιοθέτησαν.

Οι διατάξεις της ECT αφορούν τομείς όπως η προστασία ξένων επενδύσεων, η εξασφάλιση αξιόπιστης διασυνοριακής ροής ενέργειας, η προώθηση της ενεργειακής απόδοσης, καθώς και μηχανισμούς επίλυσης διαφορών μεταξύ συμβαλλομένων μερών και επενδυτών.

Το τελευταίο αυτό σημείο είναι που αποτελεί και την αφορμή για τη διαπάλη που σοβεί το τελευταίο διάστημα, καθώς στο διεθνή τύπο πληθαίνουν τα δημοσιεύματα για προσφυγές από ενεργειακούς κολοσσούς με επίκεντρο της δραστηριότητάς τους τα ορυκτά καύσιμα για να διεκδικήσουν αποζημιώσεις από χώρες που υιοθετούν φιλόδοξους κλιματικούς στόχους, αξιοποιώντας τις διατάξεις της ECT.

Αυτή τη στιγμή, τη Συνθήκη για το Χάρτη της Ενέργειας έχουν υπογράψει 55 κράτη, η ΕΕ και η EURATOM. Συγκεκριμένα, τα κράτη που έχουν υπογράψει την ECT είναι τα εξής: Αφγανιστάν, Αλβανία, Αρμενία, Αυστραλία (δεν την έχει επικυρώσει), Αυστρία, Αζερμπαϊτζάν, Λευκορωσία (δεν την έχει επικυρώσει, αλλά την εφαρμόζει προσωρινά), Βέλγιο, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Κροατία, Κύπρος, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γεωργία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ιρλανδία, Ιαπωνία, Ιορδανία, Καζακστάν, Κιργιζιστάν, Λετονία, Λιχτενστάιν, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Μολδαβία, Μογγολία, Μαυροβούνιο, Ολλανδία, Βόρεια Μακεδονία, Νορβηγία (δεν την έχει επικυρώσει), Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ρωσική Ομοσπονδία (δεν την έχει επικυρώσει), Σλοβακία, Σλοβενία, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία, Τατζικιστάν, Τουρκία, Τουρκμενιστάν, Ουκρανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ουζμπεκιστάν και Υεμένη.

Προ ημερών, το ΥΠΕΝ ενέκρινε την πληρωμή της ετήσιας συνδρομής της Ελλάδας στον Χάρτη Ενέργειας για το 2021, ύψους 35.950 ευρώ.

Στο προαναφερθέν έδαφος, οι κυβερνήσεις διάφορων κρατών όπως Γαλλία, Ισπανία κ.α. διερευνούν ακόμα και την πιθανότητα απόσυρσης από την ECT, εκτιμώντας ότι αντιβαίνει στις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει με την υπογραφή της Συνθήκης του Παρισιού για το Κλίμα, ενώ προβληματίζονται για την πιθανότητα να κληθούν να καταβάλουν υπέρογκες αποζημιώσεις για προσφυγές εναντίον τους, στη βάση της ECT.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ιταλία, που πρώτη αποσύρθηκε από την ECT το 2016, είχε βρεθεί αντιμέτωπη με προσφυγή πετρελαϊκής εταιρείας που διεκδικούσε αποζημίωση 250 εκατ. ευρώ επειδή η ιταλική κυβέρνηση είχε τελικά απαγορεύσει την εξόρυξη πετρελαίου σε μια παραχώρηση.

Ταυτόχρονα, στους κόλπους της ΕΕ υπάρχει έντονη συζήτηση για την αναθεώρηση της ECT.

Το έναυσμα για τις ζωηρές συζητήσεις δόθηκε από απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που έκρινε ότι οι ενδοκοινοτικές συμφωνίες μεταξύ κρατών-μελών για τον τερματισμό των διμερών επενδυτικών συνθηκών εντός της ΕΕ είναι ασυμβίβαστες με το δίκαιο της ΕΕ, κάτι που εκ των πραγμάτων επηρεάζει και τους προσδιοριζόμενους στην ECT μηχανισμoύς επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών-κρατών για την αμφισβήτηση μέτρων δημόσιας πολιτικής που λαμβάνονται από τα κράτη, όπως π.χ. τα σχετικά με τους κλιματικούς στόχους και την ενεργειακή μετάβαση.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Κομισιόν έχει προτείνει τη μεταρρύθμιση της ECT, δεδομένου ότι οι διατάξεις της δεν έχουν επικαιροποιηθεί και δε συνάδουν πλέον με τις νέες προσεγγίσεις που υιοθετεί η ΕΕ και τη Συμφωνία του Παρισιού. Αντίστοιχα ζητήματα θέτουν και πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις.

Η πρόταση για την αναθεώρηση της ECT αποβλέπει στην εναρμόνισή της με τις ευρωπαϊκές πολιτικές για την αειφόρο ανάπτυξη και την κλιματική αλλαγή, καθώς και στη θέσπιση νέων κανόνων προστασίας των επενδύσεων και μηχανισμών επίλυσης διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών. 

Οι σχετικές διαβουλεύσεις δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί, με τον πρώτο γύρο συνομιλιών να πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 2020 και το δεύτερο τον Οκτώβριο. 

 

 

3 Μαρτίου 2021

energypress