Σε ανταπόκρισή του προς τις Βρυξέλλες σχετικά με τη ταξινομία της ΕΕ για τη βιώσιμη χρηματοδότηση, το Βερολίνο επανέλαβε την αντίθεσή του στην πυρηνική ενέργεια, καλώντας παράλληλα την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χαλαρώσει τους περιορισμούς για το ορυκτό αέριο κατά τη μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Η προθεσμία για τα κράτη μέλη της ΕΕ να παράσχουν ανατροφοδότηση στις Βρυξέλλες σχετικά με την πρόταση να δοθεί στο φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια η ετικέτα της «πράσινης επένδυσης» έληξε την Παρασκευή (21 Ιανουαρίου).
Σε επιστολή του στις Βρυξέλλες, το Βερολίνο επανέλαβε την αντίθεσή του στην πυρηνική ενέργεια και προέβη σε νέες λεπτομερείς απαιτήσεις για το φυσικό αέριο.
«Ως ομοσπονδιακή κυβέρνηση, εκφράσαμε για άλλη μια φορά με σαφήνεια την απόρριψή μας για τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας. Είναι επικίνδυνη και δαπανηρή», δήλωσε ο αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ σε κοινή δήλωση με την υπουργό Περιβάλλοντος Στέφι Λέμκε.
Στην επιστολή διατυπώνονται όμως και νέα αιτήματα για τη χαλάρωση των περιορισμών για το ορυκτό αέριο, καλώντας την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διαγράψει τις απαιτήσεις που αποσκοπούν στην προώθηση της στροφής σε αέρια χαμηλών εκπομπών άνθρακα, όπως το βιομεθάνιο ή το υδρογόνο, κατά τη μετάβαση στην πράσινη ενέργεια.
Το ορυκτό αέριο που χρησιμοποιείται ως «καύσιμο σε υπερσύγχρονες και αποδοτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο αποτελεί γέφυρα για μια περιορισμένη μεταβατική περίοδο», ώστε να καταστεί δυνατή η «ταχεία σταδιακή κατάργηση του άνθρακα στη Γερμανία και να επιτευχθεί έτσι εξοικονόμηση CO2 βραχυπρόθεσμα», αναφέρεται στην επιστολή.
Και για να επιτευχθεί αυτή η μετάβαση, το Βερολίνο υποστηρίζει ότι απαιτείται περισσότερος χρόνος για τη μετάβαση σε αέρια με χαμηλές εκπομπές άνθρακα και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας από αυτόν που προτείνεται στο σχέδιο της Επιτροπής- που κυκλοφόρησε στις 31 Δεκεμβρίου.
«Οι ενδιάμεσοι στόχοι που ζητούνται για την αλλαγή καυσίμων, με ποσοστά ανάμειξης αερίων χωρίς άνθρακα 30% έως το 2026 και 55% έως το 2030, δεν είναι ρεαλιστικά εφικτοί», προειδοποιεί το Βερολίνο στην επιστολή.
Με το καθαρό υδρογόνο να βρίσκεται ακόμη στη φάση της ανάπτυξης, ο Χάμπεκ φοβάται ότι η προώθηση του πράσινου καυσίμου στην ηλεκτροπαραγωγή θα στερήσει από τη γερμανική βιομηχανία μια αναγκαία πηγή ενέργειας χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Γι’ αυτό η Γερμανία ζητά από τις Βρυξέλλες να καταργήσουν όλους τους ενδιάμεσους στόχους για το υδρογόνο, λέγοντας ότι η αλλαγή καυσίμου θα πρέπει να «ενεργοποιηθεί με ευέλικτο τρόπο μετά το 2036». Και σε κάθε περίπτωση, οι στόχοι για την αλλαγή καυσίμου θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κατευθυντήριες γραμμές και όχι ως σκληροί στόχοι, «με βάση μια αξιολόγηση με γνώμονα τα διαθέσιμα καύσιμα».
Επιπρόσθετα, η επιστολή υποστηρίζει την «επέκταση των δικτύων τηλεθέρμανσης» για την απαλλαγή του ευρωπαϊκού συστήματος θέρμανσης από τον άνθρακα. «Ως εκ τούτου, ο κανόνας αντικατάστασης για την τηλεθέρμανση θα πρέπει να καταργηθεί ή τουλάχιστον να προβλεφθεί κατάλληλη αύξηση της δυναμικότητας, καθώς η σύγκριση με τις υφιστάμενες μονάδες δεν είναι επαρκής», σημειώνει η γερμανική κυβέρνηση στην επιστολή.
Τα περισσότερα συστήματα τηλεθέρμανσης λειτουργούν επί του παρόντος με άνθρακα ή φυσικό αέριο – και τα δύο ορυκτά καύσιμα πρέπει να καταργηθούν σταδιακά προκειμένου να υποστηριχθεί ο στόχος της ΕΕ να καταστεί κλιματικά ουδέτερη έως το 2050.
Υποκατάσταση καυσίμου
Στο σχέδιο κειμένου της ταξινομίας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προώθησε επίσης την υποκατάσταση καυσίμου, παρέχοντας την ετικέτα της «πράσινης επένδυσης» μόνο σε μονάδες φυσικού αερίου που αντικαθιστούν τους πιο ρυπογόνους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με άνθρακα. Για να λάβουν τον εν λόγω χαρακτηρισμό, οι Βρυξέλλες ζήτησαν επίσης οι νέες εγκαταστάσεις μειώνουν τις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% παραπάνω από τις προηγούμενες.
Ωστόσο, η Γερμανία βρίσκει την απαίτηση αυτή υπερβολικά αυστηρή. «Η δέσμευση για μείωση των αερίων του θερμοκηπίου κατά 55% είναι μη ρεαλιστική», σημειώνει η επιστολή του Χάμπεκ, ο οποίος καλεί την Επιτροπή να «καθορίσει ρεαλιστικές τιμές» αντί αυτού.
Η γερμανική επιστολή, τέλος, αναφέρει ότι θα πρέπει να παρέχεται «πράσινη ετικέτα» σε υπερσύγχρονες μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο, όταν αυτές αντικαθιστούν μια παλιά, πρόταση η οποία είναι πιθανό να εξοργίσει τους ακτιβιστές της πράσινης εκστρατείας που έχουν ήδη επικρίνει την προώθηση του φυσικού αερίου από τη Γερμανία.