Ενεργειακή Μετάβαση με Συντονισμό και Όραμα: Η Ευκαιρία της Ελλάδας να Ηγηθε
Το 2024 αποτέλεσε έτος-ορόσημο για την ελληνική αγορά φωτοβολταϊκών, με σημαντική αύξηση στην εγκατεστημένη ισχύ και εντυπωσιακή διείσδυση λύσεων αυτοκατανάλωσης. Τα φωτοβολταϊκά κυριάρχησαν μεταξύ των τεχνολογιών ΑΠΕ, αντιπροσωπεύοντας το 93,5% της νέας εγκατεστημένης ισχύος. Παράλληλα, το 2024 συνοδεύτηκε από επενδύσεις που ξεπέρασαν τα 1,6 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό εγκατεστημένων συστημάτων σε πάνω από 87.000 και συμβάλλοντας ουσιαστικά στη μείωση των εκπομπών CO₂. Η εξέλιξη αυτή ενίσχυσε τη θέση της Ελλάδας ως βασικού πυλώνα της ενεργειακής μετάβασης, με σαφή προσανατολισμό προς ένα βιώσιμο και αποκεντρωμένο ενεργειακό μοντέλο.
Ωστόσο, πίσω από τους εντυπωσιακούς αριθμούς κρύβεται μια ουσιαστική υστέρηση: η αυτοκατανάλωση στην Ελλάδα παραμένει χαμηλή, τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και ως ποσοστό επί της συνολικής ισχύος, σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σε ώριμες αγορές όπως η Γερμανία, η πλειοψηφία των νέων εγκαταστάσεων συνδυάζεται με αποθήκευση και εντάσσεται σε μοντέλα ενεργειακής κοινοχρησίας. Αντίστοιχα, η Ελλάδα καλείται να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις, απλοποιώντας διαδικασίες, εξασφαλίζοντας επαρκή ηλεκτρικό χώρο και επιλύοντας τα προβλήματα συντονισμού με τον ΔΕΔΔΗΕ. Η έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης είναι κρίσιμη – αλλά εξίσου κρίσιμη είναι και η πρακτική εφαρμογή της.
Η ανάγκη για άμεση πρόοδο ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την καθοριστική σημασία της αποθήκευσης ενέργειας. Το 2025 προδιαγράφεται ως σημείο καμπής, με τη ΡΑΑΕΥ να έχει ήδη ολοκληρώσει διαγωνισμούς για έργα συνολικής ισχύος 900 MW, ενώ το επενδυτικό ενδιαφέρον ξεπερνά τις προσδοκίες και τους στόχους του ΕΣΕΚ. Η αποθήκευση δεν είναι απλώς υποστηρικτική τεχνολογία: είναι δομικό στοιχείο για τη σταθερότητα του δικτύου, τη μείωση των περικοπών και τη διατήρηση της αξίας των επενδύσεων σε ΑΠΕ.
Στο ίδιο πλαίσιο, η αναβάθμιση του ηλεκτρικού δικτύου αποτελεί προϋπόθεση για την ομαλή ενσωμάτωση των ΑΠΕ και την αποτελεσματική λειτουργία της αποθήκευσης. Οι καθυστερήσεις που παρατηρούνται σε κρίσιμα έργα περιορίζουν την απορρόφηση καθαρής ενέργειας και δημιουργούν εμπόδια στην υλοποίηση νέων επενδύσεων. Παράλληλα, η έλλειψη διαφάνειας στον διαθέσιμο ηλεκτρικό χώρο και η αδυναμία ορατότητας δημιουργούν πρόσθετη αβεβαιότητα στην αγορά. Είναι πλέον επιτακτικό να αναγνωριστεί η αναβάθμιση του δικτύου ως έργο εθνικής σημασίας και να κινητοποιηθούν οι απαραίτητες θεσμικές και χρηματοδοτικές παρεμβάσεις.
Η ενεργειακή μετάβαση βασίζεται σε τέσσερις αλληλένδετους πυλώνες: Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), αποθήκευση ενέργειας, δίκτυα και κατανάλωση. Η επιτυχία της εξαρτάται από τον συντονισμό αυτών των στοιχείων. Η ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ, χωρίς αντίστοιχη πρόοδο σε δίκτυα και αποθήκευση, οδηγεί σε περιορισμούς στην απορρόφηση της παραγόμενης ενέργειας και σε οικονομικές απώλειες για τους παραγωγούς .
Την ανάγκη αυτή υπογραμμίζουν και οι συνεχώς αυξανόμενες περικοπές παραγωγής ΑΠΕ – που το 2024 έφτασαν στο 3,5% με προβλέψεις για έως και 10% το 2025 – καθώς και η εμφάνιση αρνητικών τιμών ενέργειας. Αυτές οι εξελίξεις επηρεάζουν την κερδοφορία και βιωσιμότητα υφιστάμενων έργων και αποθαρρύνουν νέες επενδύσεις, σε μια στιγμή που η χώρα θα έπρεπε να ενισχύει τη δυναμική της και όχι να την περιορίζει.
Ταυτόχρονα, η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια, λόγω της ηλεκτροκίνησης, της εξηλεκτρισμένης θέρμανσης, της ψηφιοποίησης και της ανόδου ενεργοβόρων τομέων όπως τα data centers και η βιομηχανία. Για να μετατραπεί αυτή η αυξημένη ζήτηση σε μοχλό ανάπτυξης και ενεργειακής δημοκρατίας, απαιτείται ένα συνεκτικό πλαίσιο κινήτρων που θα επιταχύνει τον εξηλεκτρισμό των καταναλωτών και θα προωθεί ενεργειακά αποδοτικές λύσεις. Η υιοθέτηση έξυπνων μετρητών, δυναμικών τιμολογίων και η ενίσχυση της αυτοπαραγωγής και της αποθήκευσης ενέργειας μπορούν να καταστήσουν τον καταναλωτή ενεργό συμμετέχοντα στην αγορά. Παράλληλα, η θεσμική ενδυνάμωση των ενεργειακών κοινοτήτων και της ενεργειακής κοινοχρησίας θα ενισχύσει αποκεντρωμένα και βιώσιμα ενεργειακά μοντέλα.
Αν η Ελλάδα επιθυμεί να διατηρήσει – και να διευρύνει – τον ρόλο της ως πρωταγωνίστρια στην ενεργειακή μετάβαση, δεν μπορεί να περιορίζεται στην εφαρμογή οδηγιών και νόμων με καθυστέρηση. Οφείλουμε να αναλάβουμε πρωτοβουλίες, να καινοτομούμε, να χαράσσουμε τολμηρές πολιτικές και να διαμορφώνουμε οι ίδιοι τις εξελίξεις. Η εμπειρία, η τεχνογνωσία και οι δυνατότητες υπάρχουν. Το ζητούμενο είναι να μετατραπούν σε σταθερό στρατηγικό πλεονέκτημα για τη χώρα, ώστε η Ελλάδα να μην ακολουθεί – αλλά να ηγείται της ενεργειακής μετάβασης στην Ευρώπη.
__________
Ο Παναγιώτης Μουρτοπάλλας είναι Πρόεδρος του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ)
Το άρθρο περιλαμβάνεται στον υπό έκδοση τόμο GREEK ENERGY 2025 που ετοιμάζει για 14η χρονιά η ομάδα του energypress και θα κυκλοφορήσει τον Ιούνιο.