EEB: Ο μη ρεαλιστικός στόχος της Ευρώπης στο πράσινο υδρογόνο θα "κανιβαλίσει" τις ΑΠΕ και θα αυξήσει σημαντικά το ενεργειακό κόστος

Οι ΑΠΕ προοδεύουν. Τα φωτοβολταϊκά και τα αιολικά έγιναν πέρυσι η πρώτη πηγή ηλεκτροπαραγωγής στην Ε.Ε. για πρώτη φορά.

Όμως, τα λόμπι του ορυκτού αερίου και των πυρηνικών δεν σταμάτησαν τα σχέδιά τους για να παραμείνουν οι οικονομίες μας συνδεδεμένες με τις δραστηριότητές τους κατά τις επόμενες δεκαετίες. Αντί να επιχειρηματολογούν απευθείας υπέρ του αερίου και των πυρηνικών, ανακάλυψαν μια νέα στρατηγική που ταιριάζει με το αφήγημα των μηδενικών εκπομπών: Το να στηρίζουν τεράστια σχέδια "πράσινου" υδρογόνου.

 

Το ανανεώσιμο υδρογόνο (ή "πράσινο") παράγεται μέσω της ηλεκτρόλυσης χρησιμοποιώντας ενέργεια ΑΠΕ. Αν και οι συζητήσεις για το υδρογόνο αφορούν κυρίως το χρώμα του, εμπεριέχει κινδύνους και πέρα από αυτό.

Ακόμα και αν είναι πράσινη, η ευρεία παραγωγή υδρογόνου απαιτεί τεράστιες επενδύσεις και διακινδυνεύει να στρέψει μεγάλες ποσότητες παραγωγής ΑΠΕ μακριά από λύσεις που θα μπορούσαν να απανθρακοποιήσουν το σύστημα πιο γρήγορα και φθηνότερα. Η επιβράδυνση αυτής της μετάβασης θα δώσει παράταση ζωής στα ορυκτά καύσιμα και τα πυρηνικά.

Τα μεγαλεπήβολα σχέδια της Ευρώπης

Ο στόχος της Ε.Ε. είναι 20 εκατ. τόνοι υδρογόνου - περιλαμβάνοντας κοινοτική παραγωγή και εισαγωγές - ως το 2030. Είναι το διπλάσιο από το βέλτιστο για τις ανάγκες ενός ενεργειακού συστήματος με 100% ΑΠΕ, που υπολογίζει το ΕΕΒ και το CAN Europe.

Η τροχιά της τεχνολογικής προόδου που απαιτείται για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι ξεπερνά την ιστορική ανάπτυξη όχι μόνο των αιολικών και φ/β, αλλά κάθε άλλης τεχνολογίας στο παρελθόν που βίωσε μια τόσο γρήγορη ανάπτυξη.

Παρόλο που η δυνατότητα του κλάδου του υδρογόνου να προσφέρει την απαιτούμενη ανάπτυξη αμφισβητείται, υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Ο άμεσος εξηλεκτρισμός μαζί με βελτιωμένη ενεργειακή απόδοση κτηρίων, βιομηχανιών και μεταφορών, μπορούν να απανθρακοποιήσουν τα ενεργειακά μας συστήματα δίχως τον κίνδυνο του να βασιζόμαστε σε μη αποδεδειγμένες τεχνολογίες υδρογόνου.

 

Το οικονομικό βάρος

Η απαιτούμενη άνοδος της χωρητικότητας σε ηλεκτρολύτες θα απαιτήσει τεράστιες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις με κίνδυνο επιβάρυνσης του ευρωπαϊκού και των εθνικών προϋπολογισμών.

Το BloombergNEF υπολογίζει ένα επενδυτικό κόστος 24-42 δισ. ευρώ ως το 2030 προς επίτευξη του ευρωπαϊκού στόχου εγχώριας παραγωγής υδρογόνου. Ακόμα και στο κατώτερο εύρος της εκτίμησης, ξεπερνά τις συνολικές επιχορηγήσεις του RePower EU για τη στήριξη των ΑΠΕ, της αποδοτικότητας και των λοιπών μέτρων (20 δισ. ευρώ).

Η αύξηση του μεριδίου του υδρογόνου στο δίκτυο αερίου στο 20% θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών κατά ένα τρίτο για τους τελικούς καταναλωτές. Η χρήση υδρογόνου έναντι πιο αποδοτικού άμεσου εξηλεκτρισμού μεταφράζεται σε υψηλότερους λογαριασμούς.

Οι πιο πρόσφατες ενδείξεις φανερώνουν ότι το μειονέκτημα κόστους του υδρογόνου σε σχέση με το ορυκτό αέριο επιμένει ακόμα και αν οι τιμές ρύπων τετραπλασιαστούν σε σχέση με τα τωρινά επίπεδα και παρά τις προσδοκώμενες μειώσεις κόστους του υδρογόνου. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι πολίτες θα δεχτούν τις σχετικές περαιτέρω αυξήσεις των ενεργειακών τιμών;

Μάχη για τις ΑΠΕ

Η παραγωγή μεγάλων ποσοτήτων πράσινου υδρογόνου θα απαιτήσει πολλά νέα φωτοβολταϊκά και αιολικά - πολύ περισσότερα από μια στρατηγική άμεσου εξηλεκτρισμού και αποδοτικότητας.

Αυτό είναι προβληματικό: Οι ίδιες οι προβλέψεις της Ε.Ε. για τη νέα ισχύ ΑΠΕ δείχνουν ότι δεν θα μπορούν να απανθρακοποιήσουν πλήρως τον τομέα του ηλεκτρισμού, να καλύψουν τη νέα ζήτηση και να παράγουν τις επιθυμητές ποσότητες ανανεώσιμου υδρογόνου ως το 2030.

Η εγκατάσταση περισσότερων ΑΠΕ για την παραγωγή υδρογόνου επίσης θα τείνουν να αυξάνουν τις τιμές της υπόλοιπης ανανεώσιμης παραγωγής δεδομένου του έντονου ανταγωνισμού για την παραγωγή φ/β πάνελ και ανεμογεννητριών: Ανθρώπινους πόρους, γη και πρώτες ύλες. Είναι τρομερά δύσκολο να διασφαλιστεί ότι η παραγωγή υδρογόνου δεν θα δυσκολέψει την απανθρακοποίηση του συστήματος ευρύτερα μέσω των ΑΠΕ.

Η παραγωγή υδρογόνου θα φέρει κλιματικά οφέλη μόνο αν περιοριστεί στη βάση της πρόσθετης ισχύος ΑΠΕ. Το πως θα διασφαλιστεί αυτό αποτελεί το θέμα έντονων συζητήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο σήμερα. Οι βιομηχανικοί όμιλοι και οι πολιτικοί τους σύμμαχοι πιέζουν τους Ευρωπαίους αξιωματούχους να χαλαρώσουν τους κανόνες στο ανανεώσιμο υδρογόνο.

Έχει λογική που η βιομηχανία καλεί για λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις: Αν υπάρχουν αυστηρά κριτήρια, τότε η παραγωγή ανανεώσιμου υδρογόνου την επόμενη δεκαετία θα είναι δύσκολη.

Κατ' επέκταση, μια βιώσιμη στρατηγική για το υδρογόνο εξαρτάται από το πως παράγεται και από την κλίμακα.

Ο δρόμος για το μέλλον

Το μέγεθος της μελλοντικής παραγωγής υδρογόνου είναι κρίσιμο. Η Ευρώπη δεν πρέπει να στοιχηματίσει την απανθρακοποίησή της σε μια τεχνολογία που δεν έχει αποδειχτεί ότι θα παράγει βιώσιμα σε μεγάλη κλίμακα.

Η βαριά επιδότηση του υδρογόνου χάριν της βιομηχανικής ανταγωνιστικότητας θα μεταφραστεί σε αφαίρεση απαραίτητων πόρων από άλλες κρίσιμες επενδύσεις για ΑΠΕ, αποδοτικότητα και ενεργειακή ασφάλεια.

Με τη σειρά τους, πιο στοχευμένες επενδύσεις προς πιο περιορισμένους στόχους παραγωγής και χρήσεις θα επιτρέψουν τον καλύτερο συνδυασμό ενεργειακών και οικονομικών πόρων.

Εκτός από την αναθεώρηση των στόχων παραγωγής προς τα κάτω, είναι επίσης κρίσιμες οι μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για αυστηρές απαιτήσεις προσθετικότητας στο ανανεώσιμο υδρογόνο.

Δίχως την προσθετικότητα, η παραγωγή υδρογόνου θα κανιβαλίσει τις ανανεώσιμες που υποτίθεται ότι θα πρασινίσουν άλλα τμήματα της οικονομίας, θα εμποδίσει την κλιματική προσπάθεια και να θέσει σε κίνδυνο τη λαϊκή στήριξη προς τη μετάβαση.

- Ο Λουκ Χέιγουντ είναι διευθυντής πολιτικής και ο Κοσίμο Τανσίνι διευθυντής ΑΠΕ στο Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος (ΕΕΒ).

s