Andrew McDowell (ΕΤΕπ): Δίχως νόημα πλέον οι επενδύσεις σε έργα φυσικού αερίου - Ποιες εξαιρέσεις θα ισχύσουν μετά το 2020.
Φρένο στη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων στις επενδύσεις φυσικού αερίου που δεν συνδυάζουν σύγχρονες τεχνολογίες που οδηγούν στην πλήρη απανθρακοποίηση της Ευρώπης βάζει ο αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ Andrew McDowell, ξεκαθαρίζοντας ότι οι νέες προδιαγραφές που έχει θέσει η ΕΤΕπ, ως απόρροια της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα, προβλέπει μάξιμουμ 250 γραμμάρια ρύπων ανά κιλοβατώρα της παραγόμενης ενέργειας.
Σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ που βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα για την υπογραφή σειράς συμφωνιών με την ελληνική κυβέρνηση ξεκαθαρίζει ότι, το νέο στάνταρ των 250 gr μπορεί να επιτευχθεί με τη χρήση και «πράσινων» αερίων παράλληλα με το φυσικό αέριο ή εφόσον είναι συνδυασμένου κύκλου ώστε να αξιοποιούν τη θερμότητα. «Όλες αυτές οι τεχνολογίες έχουν υψηλότερο κόστος, αλλά είναι εφικτές» σημειώνει και «δεχόμαστε ότι εμπορικά αποτελούν τις επόμενες προκλήσεις στο βαθμό που πρόκειται για ακριβές μεθόδους και κάποιες από τις οποίες είναι λιγότερο ώριμες».
Εξηγώντας την πολιτική της ΕΤΕπ, η οποία έχει ανακοινώσει ότι από το 2021 θα σταματήσει κάθε χρηματοδότηση σε ορυκτά καύσιμα, σημειώνει ότι η απόφαση αυτή είναι ευθυγραμμισμένη με το στόχο που έχει θέσει η Ευρώπη για το 2050, δηλαδή να γίνει η ήπειρος με μηδενικές εκπομπές ρύπων. Η ΕΤΕπ υπογραμμίζει ο Andrew McDowell «είναι ο πιο μακροπρόθεσμος χρηματοδοτικός οργανισμός, επενδύοντας με ορίζοντα 20ετίας και τα έργα που χρηματοδοτούμε έχουν ένα κύκλο ζωής 25 ετών. Άρα το ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουμε είναι το κατά πόσο η πολιτική μας είναι συνεπής με τους στόχους της Ε.Ε. και δεύτερον κατά πόσο τα έργα αυτά είναι βιώσιμα έτσι ώστε να μπορέσουν να αποπληρωθούν». Η απόφαση που πήραμε καταλήγει είναι ότι «τόσο με βάση τα περιβαλλοντικά κριτήρια όσο και με βάση τα τραπεζικά κριτήρια δεν θα είχε νόημα να επενδύσουμε σε έργα σε ορυκτά καύσιμα».
Απαντώντας σε ερώτηση για το τι θα γίνει με τα έργα που έχουν ήδη σχεδιαστεί ο Andrew McDowell, σημειώνει ότι η ΕΤΕπ θα ολοκληρώσει τις επενδύσεις για τις οποίες έχει δεσμευθεί αυστηρά έως το 2021. Περαιτέρω «θα συνδυάσουμε τα δικά μας χρηματοδοτικά εργαλεία με πόρους από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό κάτω από διάφορους μηχανισμούς, έτσι ώστε να συμβάλλουμε για να ωριμάσουν οι νέες τεχνολογίες και να γίνουν οι μέθοδοι αυτές εμπορικά ελκυστικές. Αναγνωρίζουμε ότι η διαδικασία αυτή θα πρέπει να γίνει τα επόμενα πέντε χρόνια και θα παράσχουμε στους επενδυτές κίνητρα για να στραφούν σε παρόμοιες τεχνολογίες», εξηγεί ο αντιπρόεδρος της ΕΤΕπ.
Σχολιάζοντας το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης που έχει ανακοινώσει η ελληνική κυβέρνηση, ο Andrew McDowell σημειώνει ότι πρόκειται για «ένα πολύ φιλόδοξο πρόγραμμα για την πολιτική στον τομέα της ενέργειας, αλλά και μια πρόκληση για τις κοινωνίες που θα εφαρμοστεί όπως η Μακεδονία. Το πρόγραμμα αυτό συνεχίζει έχει δύο διαστάσεις. Η μία έχει να κάνει με το πώς θα υποστηρίξουμε την υποκατάσταση του λιγνίτη και τι θα αντικαταστήσει την ηλεκτροπαραγωγή στις περιοχές αυτές. Εμείς ενθαρρύνουμε την κυβέρνηση στην εγκατάσταση μονάδων συνδυασμένου κύκλου ιδιαίτερα στις περιοχές στη Βόρεια Ελλάδα. Θέλουμε επίσης να ενισχύσουμε την παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές και να υποστηρίξουμε τις καθαρές μορφές ενέργειας. Η άλλη διάσταση αυτής της πολιτικής για την οποία υπάρχει ένας ξεχωριστός διάλογος είναι να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε για την υποστήριξη αυτών των περιοχών μετά το κλείσιμο αυτών των μονάδων προκειμένου να υποκαταστήσουμε τις θέσεις εργασίας. Για αυτό δουλεύουμε με την Επιτροπή έτσι ώστε να παράσχουμε χρηματοδότηση χαμηλού κόστους στις περιοχές που θα πληγούν, υποστηρίζοντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, την καινοτομία, τα πανεπιστήμια, τις υποδομές, τη μετεκπαίδευση των ανθρώπων αυτών», καταλήγει.
*της Ευγενίας Τζώρτζη
27 Ιανουαρίου 2020
energypress