Ακόμα ταχύτερη απόσυρση λιγνιτικών μελετάει το ΥΠΕΝ – Σενάριο για διατήρηση μόνον δύο μονάδων μετά το 2023.
Παρότι η κυβερνητική απόφαση, η οποία ανακοινώθηκε για πρώτη φορά από το στόμα του ίδιου του πρωθυπουργού, για πλήρη απολιγνιτοποίηση της χώρας το 2028, συνάντησε σκεπτικισμό όσον αφορά, τόσο τη σκοπιμότητα, όσο – και κυρίως – τα πιθανά προβλήματα ενεργειακής ασφάλειας που πρέπει να λύσει, το ΥΠΕΝ φαίνεται ότι μελετά ακόμα πιο ρηξικέλευθη πορεία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τόσο οι επιτελείς που πραγματοποιούν τις μελέτες ενόψει της κατάρτισης του νέου ΕΣΕΚ, όσο και η ΔΕΗ, δουλεύουν ένα ακόμα πιο φιλόδοξο σενάριο για το χρονοδιάγραμμα απόσυρσης των λιγνιτικών μονάδων.
Συγκεκριμένα, μελετούν το ενδεχόμενο να κλείσουν όλες οι λιγνιτικές μονάδες μέχρι το 2023 και να παραμείνει μέχρι το 2028 μια μικρή συμμετοχή του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο μέσα από τη λειτουργία δύο μόνον μονάδων: Της μονάδας 5 του συγκροτήματος του Αγίου Δημητρίου, δυναμικότητας 375 MW και της υπό κατασκευή σήμερα μονάδας Πτολεμαΐδα 5, δυναμικότητας 660 MW.
Ο λόγος που κάνει την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ να «βλέπει» μια τέτοια εκδοχή, είναι ότι οι ζημιές που θα κληθεί η ΔΕΗ να αναλάβει λόγω της λιγνιτικής παραγωγής θα βαίνει αυξανόμενη τα επόμενα χρόνια.
Όπως επισημαίνουν από το ΥΠΕΝ, πέρυσι η ΔΕΗ είχε ζημίες 200 εκατ. ευρώ από τη λειτουργία των λιγνιτικών μονάδων λόγω της εξέλιξης της τιμής των εκπομπών ρύπων και φέτος οι ζημίες αναμένεται να είναι μεγαλύτερες. Συνεπώς, συμπληρώνουν, θα πρέπει να εξετάσουμε κάθε δυνατότητα να σταματήσουμε ή να περιορίσουμε αυτή την αιμοραγία.
Βεβαίως η άσκηση δεν έχει γίνει στις λεπτομέρειές της, συνεπώς αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί. Το σενάριο εξετάζεται με βασικό προαπαιτούμενο να διασφαλίζεται η απόλυτη ενεργειακή επάρκεια της χώρας και με επόμενο κριτήριο το οικονομικό αποτέλεσμα. «Η απόσυρση των λιγνιτικών μονάδων θα γίνει με τρόπο συντεταγμένο και υπεύθυνο. Η ασφάλεια εφοδιασμού και η επάρκεια του ενεργειακού συστήματος θα βρίσκονται στο επίκεντρο του εγχειρήματος», έλεγε πρόσφατα ο Υφυπουργός Ενέργειας Γεράσιμος Θωμάς στο συνέδριο του energypress.
Οι αποφάσεις πάντως δεν θα αργήσουν, δεδομένου ότι το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που καταρτίζεται, θα έχει υποβληθεί προς έγκριση στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο τέλος του έτους. Παράλληλα, θα καταρτιστεί και θα εγκριθεί ο οδικός χάρτης για την Μακροπρόθεσμη Στρατηγική για το 2050.
Αναφερόμενος στην απολιγνιτοποίηση, ο κ. Θωμάς είχε στο ίδιο συνέδριο αναφέρει τα εξής: «Οι λόγοι που καθιστούν σήμερα την απολιγνιτοποίηση επιτακτική ανάγκη είναι όχι μόνο οικονομικοί -λόγω της αυξητικής πορείας των τιμών εκπομπών ρύπων-, αλλά και περιβαλλοντικοί λόγω της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Θα πρέπει να θυμηθούμε όλοι ότι είχε δρομολογηθεί και είχε επιβεβαιωθεί στις αρχές του χρόνου με το υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ το κλείσιμο πολλών μονάδων μέσα στα επόμενα χρόνια. Δυστυχώς όμως είχε υστερήσει η απαραίτητη προετοιμασία για την μεταλιγνιτική περίοδο είτε σε κεντρικό είτε σε τοπικό επίπεδο.
Αυτό θα προσπαθήσουμε να το επισπεύσουμε και να καλύψουμε το κενό που είχε δημιουργηθεί και είμαστε σίγουροι ότι θα το επιτύχουμε. Για την Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη θα εκπονηθεί ένα masterplan που θα αγκαλιαστεί από όλη την κυβέρνηση, από το υπουργείο όχι μόνο το δικό μας αλλά και από τα υπουργεία Εργασίας, Μεταφορών, Οικονομικών, θα έχει επενδυτικά και φορολογικά κίνητρα για τις περιοχές αυτές και θα αντλήσει πόρους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, ένα νέο εργαλείο που θα λειτουργεί συμπληρωματικά των υπόλοιπων χρηματοδοτικών εργαλείων που υπάρχουν και πρέπει να αξιοποιηθούν».
4 Νοεμβρίου 2019
energypress