Ένα ακόμη ορόσημο για τις Ανανεώσιμες.

Ιστορική μέρα η Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018.

Ιστορική γιατί συμβολικά μπήκε τέλος στο καθεστώς προστατευτισμού που υπήρχε για τις Ανανεώσιμες (και πολύ σωστά έκανε και υπήρχε), δηλαδή το σύστημα εγγυημένης τιμής πώλησης της καθαρής ενέργειας (Feed in Tariff).

Και επίσης ιστορική γιατί εγκαινιάστηκε ένα νέο ανταγωνιστικό σύστημα εξασφάλισης τιμών πώλησης της καθαρής ενέργειας, που το χαιρετίζουμε και ταυτόχρονα στέλνουμε αγωνιστικούς χαιρετισμούς στην Γενική Δ/νση Ανταγωνισμού της ΕΕ που το ξεκίνησε την διαδικασία επιβολής του πριν μερικά χρόνια.

 

Δεν μπορώ όμως να αποφύγω τον πειρασμό και να θυμίσω – όπως πολλές φορές και στο παρελθόν έγραψα – ότι έπρεπε να προηγηθούν άλλες πηγές ενέργειας στην προσπάθεια εξασφάλισης ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.Τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να είναι τα χαϊδεμένα παιδιά του συστήματος και να απολαμβάνουν εμμέσων επιδοτήσεων που είναι στην εποχή της κλιματικής αλλαγής είναι εγκληματικά εξωφρενικές. (επιδοτήσεις ορυκτών καυσίμων - Οι επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα έφτασαν τα $373 δισ. το 2015!)

 

Δεν είναι όμως μέρα γκρίνιας, αλλά αντίθετα μέρα χαράς γιατί αν και οι σύγχρονες ανανεώσιμες είναι οι πιο μικρές ηλικιακά πηγές ενεργείας, καταφέρνουν και στέκονται στα πόδια τους με μεγάλη επιτυχία, ενώ οι γηραιότερες χρησιμοποιούν κρατικά μπαστουνάκια αν όχι Π.

  

Φυσικά για να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς υπάρχει ένα μούδιασμα στην αγορά

Τα αποτελέσματα του πρώτου επίσημου διαγωνισμού ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα οποία θυμίζω πως ήταν:

  • στα αιολικά κατέληξε σε τιμές 6.8c/kWh - 7.2c/kWh, από 9.0c/kWh που ήταν η τιμή εκκίνησης
  • στα μεγάλα φωτοβολταϊκά έκλεισε σε τιμές 6.3c/kWh - 7.1c/kWh, από 8.0c/kWh που ήταν η τιμή εκκίνησης
  • και στα μικρά η χαμηλότερη ήταν 7.6c/kWh, από 8.5c/kWh που ήταν η τιμή εκκίνησης

κρίνονται πολύ χαμηλότερα των αναμενομένων.

Και να προσθέσουμε ότι οι τιμές αυτές αποτελούν οδηγό για τον επόμενο διαγωνισμό αφού η ανώτερη τιμή, μειωμένη κατά 1% αποτελεί και την τιμή εκκίνησης του επόμενου διαγωνισμού.

 

Για το μούδιασμα που έγραψα, θα μεταφέρω πρώτα ένα καυστικό σχόλιο εμπειρότατου συναδέλφου, με πολλά χρόνια στην ανάπτυξη των αιολικών, «Προφανώς μια ακόμη καλύτερη τιμή θα ήταν  0.0c/kWh…..»

 

Πιστεύω πως με αυτό το σχόλιο εκφράζεται κατά κάποιο τρόπο η ανησυχία πολλών συμμετεχόντων για τα αποτελέσματα του διαγωνισμού, ίσως ακόμη κι αυτών που τα έργα τους πέρασαν επιτυχώς από τη χθεσινή δοκιμασία.

 

Ο στόχος μιας οποιασδήποτε διαγωνιστικής διαδικασίας είναι να πετύχει χαμηλές, ανταγωνιστικές τιμές για αξιόπιστα προϊόντα και υπηρεσίες.

 

Πως όμως ορίζεται η ανταγωνιστικότητα της τιμής ενός προϊόντος, της ηλεκτρικής ενέργειας εν προκειμένω;  Και από ποιόν;

Υπάρχουν όρια στο πόσο χαμηλά μπορεί να φτάσει η τιμή ενός προϊόντος;

Πως ορίζονται αυτά τα όρια;

 

Είναι η Ελλάδα συγκρίσιμη π.χ. με βορειοευρωπαικές χώρες;

  • Στο κόστος χρήματος;
  • Στο κόστος προμήθειας και μεταφοράς του εξοπλισμού από τα εργοστάσια κατασκευής εξωτερικού;
  • Στο κόστος μεταφοράς κι εγκατάστασης του έργου σε αυτήν την ορεινή και δύσβατη γωνιά της Ευρώπης;
  • Στο κόστος σύνδεσης
  • Τι οικονομίες κλίμακας μπορεί να έχει ένα έργο 30-40 MW?

Και είναι συγκρίσιμοι ένας μεγάλος με ένα μικρό επενδυτή;

Θα έχουν την ίδια επιτυχία διαπραγματευόμενοι τα ανωτέρω;

 

Ο ανταγωνισμός για τη χαμηλότερη τιμή δεν είναι πανάκεια. Υπάρχουν και άλλα κριτήρια.

 

Μας πήρε 36 χρόνια από το 1982 στην Κύθνο, να φτιάξουμε ένα κλάδο και μια αγορά με σπουδαίες δυνατότητες ανάπτυξης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, σε μια χώρα μαγαζί γωνία για το συγκεκριμένο αντικείμενο.

Μην την ακυρώσουμε, για να ικανοποιήσουμε τους τύπους και όχι την ουσία.

 

Τα όρια του ανταγωνισμού πρέπει να αντικατοπτρίζουν τα όρια των δυνατοτήτων των διαγωνιζομένων εταιρειών, αλλά και τα όρια της αγοράς και της οικονομίας στην οποία δραστηριοποιούνται.

Ας μην το ξεχνάμε αυτό.

 

Γ. Τσιπουρίδης

4 Ιουλίου 2018